. 

 

 

ΓΛΩΣΣΑ

 

ΚΕΙΜΕΝΑ
Ιλιάδα
Οδύσσεια
Θουκυδίδης

ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ
Αρχικό Κεφαλαίο
Λάθη Δημοτικής
Η χρήση του κόμματος

ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
Greko-Calabro- Italiano

ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Match 1

Match 2

  Crossword

Fill in the blanks

Multiple choices

 

ΜΕΛΕΤΕΣ

Αρχαία -Νέα Ελληνικά

Ελληνική Γλώσσα

Νανουρίσματα

 

 

Η ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ

ΤΗΣ ΚΑΤΩ ΙΤΑΛΙΑΣ

Σύγχρονες επιστημονικές προσεγγίσεις για την ελληνική γλώσσα  

  Η συνέχεια της ελληνικής γλώσσας, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν για τη νέα ελληνική και η «κατάργηση των μύθων», με αφορμή μια συζήτηση για το θέμα αυτό 

 Γ. Μπαμπινιώτης: Ο κ. Βελούδης έθιξε κάποιες θέσεις μου σχετικά με τη γλώσσα. Πιστεύω ότι η γλώσσα αποτελεί αξία- ο συνάδελφός μου και μερικοί, λίγοι ακόμα δεν δέχονται ίσως τη θέση αυτή. Πολύ απλά υποστηρίζω την «αντιεργαλειακή» θέση, ότι δηλαδή η γλώσσα δεν είναι απλώς εργαλείο. Η γλώσσα μου είναι οι σκέψεις μου,  ο κόσμος μου, πως συλλαμβάνω τα πράγματα, ο πολιτισμός μου, η ιστορία μου, η ταυτότητά μου. Με αυτή την έννοια αποκαλώ τη γλώσσα «αξία», για να τη διακρίνω από ένα απλό εργαλείο πρακτικής και χρησιμοθηρικής συνεννόησης. Αν με αυτή τη διατύπωση, κ. Βελούδη, έχετε αντίρρηση και θεωρείται ότι η γλώσσα είναι ένα σκέτο εργαλείο επικοινωνίας, τότε να μας το πείτε.

 Γ. Βελούδης: Θα μπορούσα να απαντήσω διαβάζοντας το τελευταίο κομμάτι της εισήγησής μου. Πιστεύω κ εγώ ότι η γλώσσα μας είναι «αξία», με πολλές όμως και ειδοποιούς διαφορές. Δεν είναι π.χ. η βαθύτερη ιστορική προοπτική της γλώσσας μας που με πείθει για την αξία της, το πιστεύω άλλωστε για κάθε γλώσσα, με ή χωρίς ιστορική προοπτική,. Πιστεύω ακόμη ότι η γλώσσα που μιλούμε είναι φορέας της ιστορικής της σχέσης με παλαιότερες μορφές. Για αυτό και αν ακόμη η μετάγγιση από παλαιότερα κείμενα στη σύγχρονη μορφή μιας γλώσσας ήταν γλωσσολογικά θεμιτή επιδίωξη, θα τη θεωρούσα άστοχη στην περίπτωση της δικής μας γλώσσας. Σχετικά με το κατά πόσον η γλώσσα είναι «απλό εργαλείο», ήθελα να παρατηρήσω ότι και ως εργαλείο να δούμε τη γλώσσα δεν είναι καθόλου «απλό». Αυτό κάθε γλωσσολόγος το ξέρει καλά. Η παρατήρησή μου από δω και πέρα είναι ότι αν πάψουμε να βλέπουμε τη γλώσσα ως εργαλείο, ως μέσο, αρχίζουμε να τη βλέπουμε – κι αυτή είναι η παρεκτροπή – ως στόχο.

(Η Ελληνική γλώσσα στη διευρυμένη Ευρωπαϊκή Ένωση, Κέντρο Λογοτεχνικής Μετάφρασης, Αθήνα 1996, σελ. 120)

 Εισαγωγικά

Η διαμάχη για την ελληνική γλώσσα, χρονολογείται από τους αρχαίους χρόνους. Μόλις τον 1ο π.χ. αιώνα οι Αλεξανδρινοί λόγιοι, προσπαθούν να επιβάλουν στον γραπτό λόγο την αττική διάλεκτο, σε μια εποχή που η Ελληνιστική κοινή μιλιόταν σε όλον τον τότε γνωστό κόσμο. Ο απώτερος σκοπός τους, να συγγράψουν , με αυτόν τον τρόπο, έργα αντάξια της κλασσικής περιόδου, δεν επιτυγχάνεται. Αντίθετα θεμελιώνουν την αρχή της διγλωσσίας, που έμελλε να ταλαιπωρήσει την γλώσσα μας μέχρι και τον 20ο  αιώνα. 

Ακόμη και σήμερα, στον απόηχο αυτής της σύγκρουσης, οι σύγχρονοι γλωσσολόγοι διαφωνούν, όχι τόσο για τον αν η γλώσσα μας πρέπει να είναι «δημοτική ή καθαρεύουσα» όπως παλιά, αλλά για το εάν και κατά πόσο η νέα γλώσσα οφείλει να «σηκώσει» το ιδεολογικό και μορφολογικό φορτίο της αρχαίας γλώσσας ή να ακολουθήσει μια ανεξάρτητη πορεία μακριά από τα φαντάσματα του παρελθόντος.

Η μελέτη που ακολουθεί έχει ακριβώς σαν στόχο να παρουσιάσει διάφορες γλωσσολογικές απόψεις σχετικά με την Ελληνική γλώσσα.

Στο πρώτο μέρος, μέσα από μια μικρή ιστορική αναδρομή, θα εστιάσουμε στη διαχρονικότητα της ελληνικής γλώσσας, τις επιρροές της νέας ελληνικής από την αρχαία, εμφανείς μέχρι τις μέρες μας,  και τους πιθανούς κινδύνους που αυτές εγκυμονούν.

Στο δεύτερο μέρος θα επικεντρωθούμε στις διαφοροποιήσεις ανάμεσα στην αρχαία και τη νέα ελληνική  και στο κατά πόσο η απομάκρυνση από τα αρχαία πρότυπα και η εισαγωγή νέων στοιχείων αποτελεί κίνδυνο για τη γλώσσα.

Στο τρίτο μέρος,  θα εντάξουμε στην προβληματική του θέματος τη διαφωνία μεταξύ των κ.κ. Γ. Μπαμπινιώτη και Γ. Βελούδη, που αναφέρεται πιο πάνω.

 

Η Ελληνική γλώσσα από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα

 Α) Ιστορική αναδρομή

          Η Ελληνική γλώσσα έχει μια ιστορία 4.000 χρόνων περίπου. Μίξη της γλώσσας των προελληνικών φύλων (Πελασγοί, Κάρες) με αυτήν των πρώτων ινδοευρωπαίων που κατοίκησαν στην περιοχή, αποτελεί την δεύτερη σε παλαιότητα γλώσσα της ινδοευρωπαϊκής οικογένειας.[1]  Οι  πρώτες μαρτυρίες της ανάγονται στο 2.000 π.χ., στους σφραγιδόλιθους της Μινωϊκής Κρήτης και τις πήλινες πινακίδες της Γραμμικής Α΄ και συνεχίζονται με τις Μυκηναϊκές πινακίδες της Γραμμικής Β΄(15ος – 13ος π.χ. αι.), της αρχαιότερης ίσως έκφρασης της ελληνικής γλώσσας.

          Η αρχαιοελληνική γλώσσα διαμορφώνεται κατά τον 8ο π.χ. αιώνα, με την απλοποίηση του φωνητικού συστήματός,  την προσθήκη των φωνηέντων στο Φοινικικό αλφάβητο και τον μελωδικό τονισμό.[2]

          Τον 5 π.χ. αι. καθιερώνεται στη γραφή το Ευκλείδιο αλφάβητο. Παράλληλα παρατηρείται μια διαφοροποίηση στη γλώσσα, που γίνεται εμφανής με τον διαχωρισμό σε διαλέκτους (ιωνική-αττική, αρκαδοκυπριακή-αιολική, δωρική) και οφείλεται στη γεωγραφική ιδιαιτερότητα του ελλαδικού χώρου (ορεινοί όγκοι), τη διασπορά των ελληνικών φύλων και την αυτοτέλεια και απομόνωση των πρώτων οικιστικών πυρήνων. Η διαφοροποίηση αυτή, που γίνεται έντονα αντιληπτή στο γραπτό λόγο, δεν μπόρεσε να διασπάσει τη γλώσσα, η οποία παραμένει ενιαία στη συνείδηση των Ελλήνων.[3]

Με την εξάπλωση της Αθηναϊκής κυριαρχίας, η αττική διάλεκτος θα επικρατήσει όλων των άλλων στην προφορική και γραπτή παράδοση. Τη διάλεκτο αυτή θα υιοθετήσουν οι Μακεδόνες Βασιλείς και με τις κατακτήσεις του Μ. Αλεξάνδρου, θα αποτελέσει τη βάση της Ελληνιστικής Κοινής, που θα μιληθεί από όλον τον τότε γνωστό κόσμο. Οι διαφορές με την παλιά γλώσσα επικεντρώνονται σε φωνολογικό, μορφολογικό, συντακτικό, λεξιλογικό και σημασιολογικό επίπεδο [4] και οφείλονται στις κοσμοϊστορικές πολιτικές και θρησκευτικές εξελίξεις της εποχής (Ρωμαϊκή κυριαρχία, επικράτηση χριστιανισμού), στις μεταβολές της νοοτροπίας και της ιδεολογίας των ανθρώπων και στο πλήθος των επιρροών που δέχεται η γλώσσα λόγω της τεράστιας εδαφικής της εξάπλωσης.[5]

Η απλοποίηση της γλώσσας συνεχίζεται και κατά τη βυζαντινή περίοδο και οδηγεί  σταδιακά στη διαμόρφωση της νέας ελληνικής γλώσσας.

 

Β) Η συνέχεια της Ελληνικής γλώσσας διαμέσου των αιώνων .

           Κατά τη μακραίωνη ιστορία της Ελληνικής γλώσσας διαπιστώνουμε ότι οι αλλαγές που έχει υποστεί είναι ελάχιστες σε σχέση με αυτές των άλλων γλωσσών. « …από την εποχή που μίλησε ο Όμηρος ως τα σήμερα, μιλούμε, ανασαίνουμε και τραγουδούμε με την ίδια γλώσσα. Κι αυτό δεν σταμάτησε ποτέ, είτε σκεφτούμε την Κλυταιμνήστρα που μιλά στον Αγαμέμνονα, είτε την Καινή Διαθήκη, είτε τους ύμνους του Ρωμανού και τον Διγενή Ακρίτα, είτε το Κρητικό Θέατρο και τον Ερωτόκριτο, είτε το δημοτικό τραγούδι».[6]

Η δομική φυσιογνωμία της ελληνικής γλώσσας παραμένει ουσιαστικά αμετάβλητη εδώ και 40 αιώνες και το λεξιλόγιο της δεν έχει αλλοιωθεί σημαντικά, πράγμα που εύκολα διαπιστώνει κανείς αν αναλογιστεί ότι ένα κείμενο της αρχαίας γλώσσας, με λίγη προσοχή, μπορεί να γίνει κατανοητό ακόμη και σήμερα, κάτι που δεν συμβαίνει σε άλλες γλώσσες της ινδοευρωπαϊκής οικογένειας.  Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι, για τις γλώσσες λατινικής προέλευσης τα λατινικά είναι μια εντελώς διαφορετική γλώσσα. Από τις άλλες αρχαίες γλώσσες δε η Αιγυπτιακή και η Ακκαδική χάθηκαν εντελώς, ενώ η Σανσκριτική και η Αρχαία Κινεζική περιορίστηκαν σε εξειδικευμένες χρήσεις.[7]

          Ακόμη και σήμερα χρησιμοποιούμε λέξεις που ανήκαν στην γλώσσα που μιλούσαν τα προελληνικά φύλλα, όπως ονομασίες νησιών, πόλεων, βουνών και ποταμών (Νάξος, Θήρα, Ρέθυμνος, Λέσβος, Μήθυμνα, Παρνασός, Κηφισός κ.α.), ονόματα φυτών ή ζώων ( υάκινθος, δάφνη, σκάρος κ.α.),ονόματα θεοτήτων (Αθηνά, Αφροδίτη κ.α.),  λέξεις τεχνικές (θάλαμος, γείσον, σωλήν), μέταλλα (χαλκός σίδηρος κ.α.) και πολιτικές λέξεις (τύραννος, δούλος κ.α.).[8]

          Την άποψη περί συνέχειας της ελληνικής γλώσσας ενισχύουν και τα στοιχεία που διασώζονται στις διάφορες διαλέκτους. Τα τσακώνικα, η πιο δύσκολη  ελληνική διάλεκτος, περικλείει πολλά στοιχεία της αρχαίας δωρικής διαλέκτου, τα ποντιακά και τα κατωϊταλικά περικλείουν πολλούς αρχαϊσμούς, όπως επίσης και τα ιδιώματα, κυρίως δε το δωδεκανησιακό.[9]

          Τα δημοτικά τραγούδια, παρουσιάζουν πλήθος κοινών γλωσσικών και θεματικών στοιχείων με τα Ομηρικά έπη, πράγμα που μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η γλώσσα των δημοτικών τραγουδιών έχει τις ρίζες της στα προομηρικά δημοτικά τραγούδια,  κατά συνέπεια στα Μυκηναϊκά χρόνια.  Διαπιστώνεται έτσι ακόμη ότι,  «…τα νεοελληνικά ιδιώματα δεν προέρχονται απλώς από την αττική διάλεκτο…»[10]

           Επίσης η δημοτική που μιλιέται σήμερα δεν διαφέρει ουσιαστικά από τη γλώσσα που μιλιόταν στα βυζαντινά χρόνια.

« Παιδί μου ποθεινότατον, παιδί μου ηγαπημένον,

οστούν εκ των οστέων μου και σαρξ εκ της σαρκός μου,

ήλπιζα ‘ ς τας πικρίας μου ταύτας τας αφορήτους

εσέ να έχω ανασαμόν  και παρηγόρημά μου,

και κουφισμόν των πόνων μου των απαραμυθήτων,

καρδιάς μου ψυχοράγημα, του σκότους μου λαμπάδα,…»[11]

  

Γ) Σχέσεις με την παλαιά και κίνδυνοι, που ελλοχεύουν για τη νέα γλώσσα.

          Η αλήθεια είναι ότι τα κινήματα του αττικισμού,  του μεταγενέστερου καθαρισμού της γλώσσας από τον Κοραή και της επιστροφής στην καθαρεύουσα, παρότι προκάλεσαν προβλήματα διγλωσσίας, κληροδότησαν παράλληλα και πολλά στοιχεία στη νεώτερη γλώσσα. «…τα κινήματα αυτά κατάφεραν να επανασυνδέσουν τις νεότερες φάσεις της Ελληνικής με τις παλαιότερες κατά μοναδικό στην ιστορία των γλωσσών τρόπο…»[12]. Ταυτόχρονα καθάρισαν τη γλώσσα από πλήθος ξενικών λέξεων, που είχαν εισβάλει σε αυτήν από τους κατά καιρούς κατακτητές.

          Ο υπέρμετρος όμως θαυμασμός για την αρχαία γλώσσα εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για τη νέα ελληνική.  Ας ανατρέξουμε στις συνέπειες του κινήματος των αττικιστών του 1ου π.χ. αιώνα. Η στροφή αυτή των διανοουμένων στην αττική διάλεκτο δημιούργησε ένα τεχνητό γραπτό ιδίωμα, το οποίο επηρέασε αργότερα και τους βυζαντινούς συγγραφείς και οδήγησε τελικά στη «διγλωσσία» του 19ου και 20ου αιώνα με την καθιέρωση μιας «επίσημης» γλώσσας που γράφονταν και μιας «υποδεέστερης» καθομιλουμένης.[13]

          Η διαμάχη αυτή, που επεκτάθηκε πολύ γρήγορα και σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο[14], έχει τις ρίζες της στη μίμηση του αρχαιοελληνικού προτύπου. Η επαναφορά όμως της αρχαίας γλώσσας, από μόνη της,  δεν μπορεί να δημιουργήσει τα έργα της κλασσικής εποχής. Σίγουρα η παλιά γλώσσα έχει προμηθεύσει τα πλουσιότερα υλικά για την ανασυγκρότηση της νέας γλώσσας «και επειδή η γλωσσική και η εκπολιτιστική εξέλιξη ενός λαού περπατάνε μαζί, δεν υπάρχει κανένας άλλος λαός που να μπορούμε να παρακολουθήσουμε τόσο καλά την κοινωνική και εκπολιτιστική του εξέλιξη από τα αρχαιότερα χρόνια ίσαμε σήμερα.»[15]

          Η προσπάθεια όμως αυτή της καθιέρωσης μιας «ανώτερης» γλώσσας, άφηνε ουσιαστικά το λαό στην αμάθεια και δημιουργούσε ένα χάσμα ανάμεσα στον προφορικό και γραπτό λόγο, το οποίο «…δέσμευε επί αιώνες τις ψυχές των Ελλήνων. Τα Ελληνόπουλα επί αιώνες μορφώνονταν όχι με βάση τη φυσική τους γλώσσα, αλλά με βάση ένα τεχνητό κατασκεύασμα»[16]. Πόσοι από τους νεοέλληνες καταλάβαιναν επαρκώς και μιλούσαν την καθαρεύουσα;

          Οι ιδέες αυτές,  καλλιέργησαν παράλληλα και μια μορφή εθνικισμού[17], αφού πολλοί υποστηρικτές της επιστροφής της γλώσσας σε αρχαιότερες μορφές διατυπώνουν  απόψεις περί της ανωτερότητας της ελληνικής γλώσσας.[18]

          Ουσιαστικά όμως η νέα γλώσσα, όπως έχει διαμορφωθεί μέχρι σήμερα, μετά τον τερματισμό της παλαιότερης τεχνητής διγλωσσίας, ενώνει όλους τους Έλληνες, πνευματικά και κοινωνικά και γίνεται το μέσο έκφρασης του νεοελληνικού πολιτισμού.

 

Η κατάργηση των «μύθων»

  Διαφοροποιήσεις νέας και παλιάς γλώσσας, μύθοι προέλευσης, επιρροές

           Ο συναισθηματικός δεσμός με την αρχαία γλώσσα, καθώς και τα ιδεολογικά πρότυπα που αυτός υπαγορεύει, ευθύνονται σε ένα μεγάλο ποσοστό για την απομυθοποίησή της.

          Σ’  έναν από τους κυριότερους μύθους, αυτόν της ταύτισης της ομιλουμένης γλώσσας με την αρχαία ελληνική γραμματεία,  οφείλονται οι αντιδράσεις των αττικιστών, με τα γνωστά σε όλους αποτελέσματα.[19] Αλλά η ελληνική γλώσσα δεν βασίζεται μονομερώς στο αττικό ιδίωμα. Το αποδεικνύουν περίτρανα οι στίχοι των δημοτικών τραγουδιών, τόσο κοντινοί στη γλώσσα των Ομηρικών επών (βλ. πιο πάνω).

          Δεν αμφισβητούμε ουδόλως τις ομοιότητες της γλώσσας μας με αυτήν των προγόνων μας. Επισημαίνουμε όμως ότι, η γλώσσα που μιλιέται σήμερα έχει σαν βάση την Ελληνιστική κοινή, η οποία διέφερε σημαντικά από την αρχαία ελληνική.

          Η προσεκτικότερη μελέτη της νεοελληνικής γλώσσας θα αποκαλύψει γλωσσικά δάνεια (απευθείας ή μεταφραστικά) από άλλες γλώσσες, αρχικά από τα λατινικά (σπίτι)  και αργότερα από τις σλαβικές, τουρκική και ιταλική,  από τη λαϊκή ή λόγια παράδοση (ζουμπούλι, ιμπεριαλισμός), όπως και αρκετούς νεολογισμούς (ηχογραφώ)[20]. Επίσης αρχαίες λέξεις αποκτούν νέα σημασία και δημιουργούνται νέες προκειμένου να εκφράσουν όρους τεχνολογίας ή νέες ιδεολογικές και κοινωνικές προσεγγίσεις.

          Κατά το 19ο αιώνα τα δάνεια αυτά και οι αλλοιώσεις θεωρήθηκαν ως φθορά, αλλοίωση ή σύμπτωμα γλωσσικής παρακμής.[21] Η αξιολόγηση όμως αυτή δεν κατάφερε παρά να οδηγήσει σε έναν κοινωνικό γλωσσικό «ρατσισμό», αφού η «καλή» γλώσσα μιλιόταν από τους εκλεκτούς  και η «παρηκμασμένη» και αλλοιωμένη γλώσσα από την μάζα. Η λόγια γλώσσα, στα πλαίσια του εθνικιστικού πυρετού της Μεγάλης Ιδέας και της προβολής του αρχαιοελληνικού πνεύματος στη Δύση, θα κληθεί να αποδείξει τη συνέχεια του Ελληνικού πνεύματος, υπονομεύοντας έτσι τη σημαντική κληρονομιά της νεοελληνικής και βυζαντινής παράδοσης. Το ζήτημα αυτό θα λυθεί μόλις το 1976 με την επιβολή της δημοτικής στην εκπαίδευση και το δημόσιο τομέα.

Υπάρχουν απόψεις που υποστηρίζουν ότι, η σημερινή παρακμή της γλώσσας μας οφείλεται σε άγνοια ή ελλιπή γνώση της αρχαίας ελληνικής.  Η γνώση όμως της μητρικής γλώσσας δεν προϋποθέτει και γνώση των προγενέστερών της σταδίων. Οι απόγονοι των λατινικών γλωσσών μιλούν πολύ καλά την γλώσσα τους, χωρίς αυτό να συνεπάγεται και τη γνώση της λατινικής.[22] 

          Ένα τελευταίος μύθος θέλει τη γλώσσα να απειλείται από «αφελληνισμό», λόγω της αθρόας εισβολής αγγλικών κυρίως λέξεων, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε «εθνική παρακμή»[23]. Η αλήθεια είναι ότι ο ηγετικός ρόλος των ΗΠΑ σε παγκόσμια πολιτική κλίμακα συνεπάγεται και την ευρεία διάδοση της αγγλικής γλώσσας. Το ίδιο άλλωστε έγινε και με την ελληνική την εποχή των κατακτήσεων του Μ. Αλεξάνδρου. Ας μη γελιόμαστε όμως. Η ιστορική συνέχεια της γλώσσας μας, ακόμη και κάτω από δυσμενείς και αντίξοες συνθήκες όπως ήταν η ρωμαϊκή και η τουρκική κατοχή, επιβεβαιώνει ακριβώς το αντίθετο. Η νέα ελληνική «διατηρεί σταθερό εδώ και πολλά χρόνια το φωνολογικό, μορφολογικό, συντακτικό και σημασιολογικό της σύστημα»[24] και η εισροή αυτή των ξένων λέξεων οφείλεται όχι σε δομικά κενά της γλώσσας αλλά στις μεταβολές του κοινωνικοπολιτικού συστήματος.

           

Σύγχρονες προσεγγίσεις της ελληνικής γλώσσας.

     Α)  Γ. Μπαμπινιώτης

 «Εάν η γλώσσα αποτελούσε απλώς ένα μέσον επικοινωνίας, πρόβλημα δεν θα υπήρχε.  Συμβαίνει όμως να αποτελεί και εργαλείο μαγείας και φορέα ηθικών αξιών. Προσκτάται η γλώσσα στο μάκρος των αιώνων ένα ορισμένο ήθος. Και το ήθος αυτό γεννά υποχρεώσεις. Χωρίς να λησμονεί κανείς ότι στο μάκρος είκοσι πέντε αιώνων δεν υπήρξε ούτε ένας, επαναλαμβάνω ούτε ένας, που να μην γράφτηκε ποίηση στην ελληνική γλώσσα. Να τι είναι το μεγάλο βάρος της παράδοσης που το όργανο αυτό σηκώνει».[25]

          Η εισαγωγή αυτή από το βιβλίο του Γ. Μπαμπινιώτη, συνοψίζει ουσιαστικά τις απόψεις του για την ελληνική γλώσσα. Η  γλώσσα μας καθρεφτίζει την εθνική και ιστορική μας ταυτότητα. Μέσα από αυτήν απεικονίζονται, η ιστορία, η νοοτροπία, η καλλιέργεια και ο πολιτισμός μας.[26]

          Η διαχρονική παρουσία της γλώσσας μας σε βάθος 40 αιώνων,  είναι αυτή που καθορίζει σε ένα μεγάλο ποσοστό τον προσδιορισμό της ως «αξία». Σε αυτήν έχουν γραφτεί όλα τα μνημειώδη έργα της αρχαιότητας, πάνω στα οποία στηρίχτηκε το οικοδόμημα του δυτικού πολιτισμού. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι αποτελεί τη βάση πολλών δυτικοευρωπαϊκών γλωσσών, πράγμα που γίνεται περισσότερο εμφανές σε  ορισμένες επιστημονικές ορολογίες.[27] Τα «επιστροφικά κινήματα» του αττικισμού, της αρχαΐζουσας και της καθαρεύουσας, καθώς και η καθαρισμός  της γλώσσας από τα κατά καιρούς γλωσσικά δάνεια, εξασφάλισαν στην ελληνική γλώσσα τη διαχρονική της ενότητα.[28]

          Η νέα ελληνική γλώσσα έχει τις ίδιες ρίζες και τα δομικά στοιχεία της αρχαίας (χρόνος, φωνή, έγκλιση κ.λπ.), το μόνο που έχει αλλάξει σήμερα είναι η δομική της δήλωση ( καταλήξεις, σχηματιστικά στοιχεία, φθόγγοι)[29]. Επαρκής γνώση της νέας ελληνικής προϋποθέτει και τη γνώση των παλαιότερών μορφών της γλώσσας. Η λεξιπενία των σημερινών Ελλήνων οφείλεται, σε ένα μεγάλο ποσοστό, στην αποκοπή τους από τη γλωσσική μας παράδοση. [30]

          Κάθε γλώσσα, έχει τη δική της δομή και φυσιογνωμία. Είναι λάθος η πεποίθηση ότι αποτελεί απλώς ένα σύνολο λέξεων, που χρησιμοποιεί κανείς προκειμένου να συνεννοηθεί. Αντίθετα κάθε λέξη, κάθε στοιχείο μιας γλώσσας είναι μοναδικό και δεν συμπίπτει με το αντίστοιχο μια άλλης. Η ιδιαιτερότητα αυτή καθορίζει τη φυσιογνωμία μιας γλώσσας.[31]  Γι΄ αυτό το λόγο η γλώσσα δεν μπορεί να θεωρηθεί «απλό εργαλείο».

          Κάτω από αυτό το πρίσμα όλες οι ξενόφερτες λέξεις, που άκριτα χρησιμοποιούμε καθημερινά, αλλοιώνουν τον χαρακτήρα και τη φυσιογνωμία της γλώσσας μας. Η εισροή των λέξεων αυτών αποτελεί «ρύπανση της γλώσσας μας».[32] Υπάρχει λοιπόν κίνδυνος «…μια μέρα να λεγόμαστε…Ελληνέξ»;[33] Μια σωστή μελέτη της νεοελληνικής γλώσσας, που θα περιλαμβάνει όλες τις ιστορικές της παραμέτρους, ίσως εμποδίσει αυτήν την δυσοίωνη προοπτική. Άλλωστε «…όσο ευνόητος, αναγκαίος και γόνιμος μπορεί να είναι ο κώδικας των νέων, ή όποιος άλλος κώδικας μιας γλώσσας, δεν μπορεί να υποκαταστήσει στο ρόλο της την εθνική γλώσσα ενός ολόκληρου λαού. Αυτή ενώνει τις ομάδες σε εθνική κοινότητα. Αυτή συντηρεί την ιστορική μνήμη και τη συνέχεια ενός λαού».[34] 

Β)  Γ. Βελούδης

          Αποτελεί άραγε για τη γλώσσα κίνδυνο η εισροή των ξένων λέξεων ή εκφράσεων, που χρησιμοποιούν κατά κανόνα οι νέοι; Ο Γ. Βελούδης διαφωνεί. Η χαμηλή στάθμη της χρήσης της γλώσσας δεν συνεπάγεται κατ΄ ανάγκην και χαμηλή στάθμη της ίδιας της γλώσσας.[35] Σίγουρα υπάρχουν πολλές ξένες –κυρίως αγγλικές λέξεις- που χρησιμοποιούν οι νέοι όταν μιλούν μεταξύ τους, πόσες όμως απ΄ αυτές θα συναντήσει κανείς σε ένα κείμενο ή μια επίσημη ομιλία. «By the way, να αναλογιστούμε και πόσοι «γαλλισμοί» έχουν εγκατασταθεί στη γλώσσα μας μέσω της ¨καθαρεύουσας¨ των μεγάλων και όχι των νέων».[36]

Η ελληνική γλώσσα όμως διατηρείται αναλλοίωτη, αιώνες τώρα, χωρίς να έχει  κινδυνεύσει ή εκφυλιστεί από την σωρεία των επιρροών που δέχτηκε στην ιστορική της πορεία. Το φαινόμενο εισροής ξένων λέξεων δεν είναι καινούργιο ούτε για τη γλώσσα μας, ούτε για άλλες γλώσσες.  Από την άλλη η γλώσσα είναι κάτι ζωντανό, που αλλάζει ανάλογα με τις ανάγκες κάθε εποχής. «Μόνο μια νεκρή γλώσσα έχει πάψει να δανείζεται».[37] Πως θα μπορούσαμε άλλωστε να εκφράσουμε τις έννοιες της νέας τεχνολογίας ή της βιομηχανίας; Ας μην ξεχνάμε ότι τα παλαιότερα μεταφραστικά δάνεια περισσότερο εμπλούτισαν παρά αλλοίωσαν τη φυσιογνωμία της γλώσσας μας

Αντίθετα , οι κατά καιρούς επεμβάσεις για την καλυτέρευση της γλώσσας, από τους υπερασπιστές μιας «καθαρότερης ελληνικής», μάλλον κακό έκαναν παρά καλό. Ας αναλογιστούμε για πόσους αιώνες ταλαιπωρήθηκε η χώρα μας από το φαινόμενο της «διγλωσσίας». (βλ. πιο πάνω), λόγω της προσκόλλησης των ειδημόνων σε αρχαιότερες γλωσσικές μορφές. «Αλλ’ αν φαίνεται η υπόθεσις αύτη αστεία, δύσκολον είναι εις τον λογικώς σκεπτόμενον να θεωρήσει μικροτέρα την αστειότητα του οδυρμού δια την απώλειας της ευκτικής, του δυϊκού, του μέσου αορίστου ή του υπερσυντελικού, ενώ κατ’ ουδέν ηλαττώθη εκ ταύτης η ικανότης της σημερινής γλώσσης προς δήλωσιν της δυάδος, της υπερσυντελείας, της μεσότητας ή της ευχής».[38]

Η γλώσσα μας σίγουρα αποτελεί αξία, όχι όμως επειδή έχει πίσω της 40 αιώνες ζωής, γιατί έτσι διολισθαίνουμε στο να τη θεωρούμε ανώτερη από άλλες νεώτερες γλώσσες. Κάθε γλώσσα «με ή χωρίς ιστορική προοπτική» αποτελεί μια ξεχωριστή αξία.

          Επίσης η γλώσσα είναι εργαλείο, είναι το μέσον συνεννόησης με τους γύρω μας, το μέσον που εκφράζουμε τα συναισθήματά μας, που διαλογιζόμαστε, το μέσον που προωθούμε τον πολιτισμό μας. Σίγουρα σαν εργαλείο δεν είναι καθόλου «απλό». Αν ήταν έτσι οι μεταφράσεις από τη μία γλώσσα στην άλλη θα ήταν μια εύκολη  υπόθεση. Η γλώσσα όμως δεν είναι μια αυτόνομη περιοχή του πνεύματος, προορισμένη μόνο για μελέτη ή επιστημονικές προσεγγίσεις. Αυτονόητο είναι λοιπόν ότι, η «αντιεργαλειακή» θέση, που προωθεί την άποψη της γλώσσας για τη γλώσσα, μόνο ως παρεκτροπή μπορεί να ερμηνευτεί.   

Επίλογος

 Η Ελληνική γλώσσα είναι από τις αρχαιότερες γλώσσες στον κόσμο και η μόνη που διατηρείται αναλλοίωτη και ζωντανή μέχρι σήμερα. Σε αυτήν γράφτηκαν τα μεγαλειώδη έργα της κλασσικής εποχής, που χρησιμοποιήθηκαν σαν πρότυπα για τη δημιουργία του δυτικού πολιτισμού.

Η ανάγκη  να γραφτούν έργα ισότιμα και να διαιωνιστεί το μεγαλείο των κλασσικών χρόνων οδήγησε στην παλαιότερη ίσως διαμάχη για τη γλώσσα, που ξεκίνησε τον 1ο π.χ. αιώνα με την επιστροφή της αττικής διαλέκτου στη γραπτή μορφή της γλώσσας,  διαιωνίστηκε μέσω των βυζαντινών λογίων και έφτασε μέχρι τις μέρες μας με τους οπαδούς της ¨καθαρεύουσας¨.

Το αποτέλεσμα όμως δεν ήταν αυτό που προσδοκούσαν οι εκφραστές του παλαιού μεγαλείου. Από τη μία μεριά δεν γράφτηκαν ξανά τα έργα των αρχαίων συγγραφέων, από την άλλη αποδυναμώθηκε και υποβαθμίστηκε η αξία του βυζαντινού και νεοελληνικού πολιτισμού.

Ο απόηχος όλης αυτής της διαμάχης για την ελληνική γλώσσα,  καθρεφτίζεται και στις διαφωνίες των σημερινών γλωσσολόγων. Αποτελούν για την γλώσσα μας απειλή τα σημερινά γλωσσικά δάνεια; Κατά πόσο η θεώρηση της γλώσσας σαν εργαλείο υποβαθμίζει την ιστορική της διάσταση;

Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί τη διαχρονικότητα της Ελληνικής γλώσσας, ούτε να αγνοήσει τα θετικά αποτελέσματα των «επιστροφικών»  κινημάτων σε όλη την πορεία της,  κυρίως δε σε κρίσιμες για τη γλώσσα εποχές κατακτητικών πολέμων και δουλείας.  Κανείς επίσης δεν μπορεί να αρνηθεί ότι η γλώσσα που γράφουμε τα δημοτικά μας τραγούδια είναι όμοια με αυτή των Ομηρικών επών. Αντίθετα  η ιστορική  αυτή προοπτική κολακεύει τα σοβινιστικά μας ιδεώδη.

Ο χαρακτηρισμός της γλώσσας ως «αξία» όμως έχει περισσότερο σχέση με την πολυπλοκότητα του κώδικα επικοινωνίας της, παρά με την ιστορική της προοπτική.

Η «αγλωσσία» των νεοελλήνων, δεν οφείλεται στην ελλιπή γνώση της αρχαίας γλώσσας, αλλά στο ότι για χρόνια, έπρεπε  άλλη γλώσσα να μιλάμε και σε άλλη να γράφουμε.  Κατά καιρούς δε ακόμη και η γλώσσα που γράφαμε άλλαζε μορφή ανάλογα με τις επικρατούσες κοινωνικοπολιτικές συνθήκες (άλλοτε απλή καθαρεύουσα, άλλοτε αρχαΐζουσα, άλλοτε δημοτική).

  Είναι ακραία η θέση ότι τα δάνεια από άλλες γλώσσες απειλούν με αφελληνισμό τη γλώσσα μας. Η πορεία της μέσα από τους αιώνες έχει αποδείξει το αντίθετο. Σε κάποιες περιπτώσεις δε, η υιοθέτηση ξένων λέξεων κρίνεται απαραίτητη προκειμένου να αποδοθούν οι όροι των σύγχρονων πολιτισμικών προϊόντων.

Η γλώσσα είναι το μέσο, μέσα από το οποίο εκφράζουμε τα συναισθήματά μας, το μέσο με το οποίο επικοινωνούμε, ο τρόπος μέσα από τον οποίο συλλαμβάνουμε ότι συμβαίνει γύρω μας. Είναι επίσης  ο φορέας της ιστορίας και του πολιτισμού μας.   Είναι ταυτόχρονα  ένα σύνθετο εργαλείο επικοινωνίας και μία διαχρονική αξία. Η προσκόλληση σε ένα μόνο από τα δύο αυτά χαρακτηριστικά και η ταυτόχρονη υποβάθμιση του άλλου δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί παρεκτροπή.  

Φ.ΚΟΜΝΗΝΟΥ

Βιβλιογραφία

1.      Βλάχος Παναγιώτης, Η Διδασκαλία των αρχαίων Ελληνικών αίτημα εθνικόν, Αθήναι 1988.

2.      Βούρτσης Ι., Μανακίδου Ε., Πασχαλίδης Γ., Σμπόνας Κ., Η Έννοια του Πολιτισμού-Όψεις του Ελληνικού Πολιτισμού, από το Εισαγωγή στον Ελληνικό πολιτισμό, εκδόσεις ΕΑΠ, Πάτρα 1999

3.      Κοπιδάκης Μ.Ζ. (επιμ.), Ιστορία της ελληνικής γλώσσας, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο, Αθήνα 1999

4.      Μέγας Α.Ε., Ιστορία του γλωσσικού ζητήματος, Μέρος Α΄ Αιώνες των γλωσσικών αλλοιώσεων (300π.χ. – 1750μ.χ.), εκδόσεις Δωδώνη, Αθήνα-Γιάννινα, 1997

5.      Μπαμπινιώτης Γ., Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας,  Κέντρο Λεξικολογίας, Αθήνα 1998

6.      Μπαμπινιώτης Γ., Ελληνική Γλώσσα:παρελθόν, παρόν και μέλλον,  εκδόσεις Gutemberg, Αθήνα 1994

7.      Μπαμπινιώτης Γ., Η γλώσσα ως αξία-Το παράδειγμα της ελληνικής, εκδόσεις Gutemberg, Αθήνα 1994

8.      Προμπονάς Ιωάννης, Μια πολυεπιστημονική θεώρηση της γλώσσας, Πανεπιστημιακές εκδόσεις κρήτης-Εκδόσεις Πανεπιστημίου Πατρών, Ηράκλειο 1995

9.      Thomson George,  Διαλέξεις για τον αρχαίο Ελληνικό πολιτισμό, Η Ελληνική Γλώσσα Αρχαία και Νέα,  Εκδοτικόν Ινστιτούτον Αθηνών, Αθήνα 1961

10.  Χάρης Γιάννης (επιμέλεια), Δέκα μύθοι για την Ελληνική γλώσσα, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα  2001

11.  1959 Annual meetings Boards of Governors, Washington D.C., October 2, 1959, Press Release No 61.

 



[1] Πρβλ. Βούρτσης Ι., Μανακίδου Ε., Πασχαλίδης Γ., Σμπόνας Κ., Η Έννοια του Πολιτισμού-Όψεις του Ελληνικού Πολιτισμού, από το Εισαγωγή στον Ελληνικό πολιτισμό, εκδόσεις ΕΑΠ, Πάτρα 1999, σελ. 259.

[2] Πρβλ. Thomson George,  Διαλέξεις για τον αρχαίο Ελληνικό πολιτισμό, Η Ελληνική Γλώσσα Αρχαία και Νέα,  Εκδοτικόν Ινστιτούτον Αθηνών, Αθήνα 1961, σελ.53.

[3] Πρβλ. Βούρτσης Ι., Μανακίδου Ε., Πασχαλίδης Γ., Σμπόνας Κ., Η Έννοια του Πολιτισμού-Όψεις του Ελληνικού Πολιτισμού, από το Εισαγωγή στον Ελληνικό πολιτισμό, εκδόσεις ΕΑΠ, Πάτρα 1999, σελ. 271

[4] «Έτσι διαμορφώθηκε η ελληνιστική κοινή, βασισμένη πάνω στα αττικά, μα περιέχοντας και άλλα στοιχεία, ιδιαίτερα από τα ιωνικά, με βασικό της χαραχτηριστικό την περαιτέρω απλοποίηση των αρχαίων φωνηέντων και συμφώνων και τον κλονισμό του μελωδικού τονισμού» Βλ.  Thomson George,  Διαλέξεις για τον αρχαίο Ελληνικό πολιτισμό, Η Ελληνική Γλώσσα Αρχαία και Νέα,  Εκδοτικόν Ινστιτούτον Αθηνών, Αθήνα 1961, σελ.53.

[5] Πρβλ. . Βούρτσης Ι., Μανακίδου Ε., Πασχαλίδης Γ., Σμπόνας Κ., Η Έννοια του Πολιτισμού-Όψεις του Ελληνικού Πολιτισμού, από το Εισαγωγή στον Ελληνικό πολιτισμό, εκδόσεις ΕΑΠ, Πάτρα 1999, σελ.285

[6] Βλ. Μπαμπινιώτης Γ., Ελληνική Γλώσσα:παρελθόν, παρόν και μέλλον,  εκδόσεις Gutemberg, Αθήνα 1994, σελ. 9.

[7] Πρβλ. Μπαμπινιώτης Γ., Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας,  Κέντρο Λεξικολογίας, Αθήνα 1998, σελ.18.

[8] Πρβλ. Βούρτσης Ι., Μανακίδου Ε., Πασχαλίδης Γ., Σμπόνας Κ., Η Έννοια του Πολιτισμού-Όψεις του Ελληνικού Πολιτισμού, από το Εισαγωγή στον Ελληνικό πολιτισμό, εκδόσεις ΕΑΠ, Πάτρα 1999, σελ. 259-260

[9] Πρβλ. στο ίδιο σελ. 256

[10] Βλ .Προμπονάς Ιωάννης, Μια πολυεπιστημονική θεώρηση της γλώσσας, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης-Εκδόσεις Πανεπιστημίου Πατρών, Ηράκλειο 1995, σελ.69

[11] Αλεξίου Κομνηνού (1100-1200 μ.Χ.), Συμβουλαί προς τον ανεψιόν αυτού Σπανέαν, βλ. Μέγας Α.Ε., Ιστορία του γλωσσικού ζητήματος, Μέρος Α΄ Αιώνες των γλωσσικών αλλοιώσεων (300π.χ. – 1750μ.χ.), εκδόσεις Δωδώνη, Αθήνα-Γιάννινα, 1997, σελ. 272

[12] Βλ. Μπαμπινιώτης Γ., Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας,  Κέντρο Λεξικολογίας, Αθήνα 1998, σελ.23.

[13] Πρβλ. Βούρτσης Ι., Μανακίδου Ε., Πασχαλίδης Γ., Σμπόνας Κ., Η Έννοια του Πολιτισμού-Όψεις του Ελληνικού Πολιτισμού, από το Εισαγωγή στον Ελληνικό πολιτισμό, εκδόσεις ΕΑΠ, Πάτρα 1999, σελ. 287.

[14] «Το Έθνος έχει αγρύπνους φρουρούς εις τα επάλξεις των σχολείων, μεγαλοπράγμων Κυβέρνησις δεν θ’ ανοίξει τας πύλας, ίνα στερεωθεί επί της έδρας των σχολείων ο δημοτικισμός των Ψυχαριστών.» Μέγας Α.Ε., Ιστορία του γλωσσικού ζητήματος, Μέρος Α΄ Αιώνες των γλωσσικών αλλοιώσεων (300π.χ. – 1750μ.χ.), εκδόσεις Δωδώνη, Αθήνα-Γιάννινα, 1997, σελ.168

[15] Βλ.  Thomson George,  Διαλέξεις για τον αρχαίο Ελληνικό πολιτισμό, Η Ελληνική Γλώσσα Αρχαία και Νέα,  Εκδοτικόν Ινστιτούτον Αθηνών, Αθήνα 1961, σελ. 50

[16] Βλ. Προμπονάς Ιωάννης, Μια πολυεπιστημονική θεώρηση της γλώσσας, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης-Εκδόσεις Πανεπιστημίου Πατρών, Ηράκλειο 1995, σελ.64

[17] «Σοβαρό σύμπτωμα εθνικού κινδύνου είναι σήμερα η αγλωσσία των Ελλήνων.» Βλ. Βλάχος Παναγιώτης, Η Διδασκαλία των αρχαίων Ελληνικών αίτημα εθνικόν, Αθήναι 1988, σελ. 51

[18] «…θεωρούμε τη γλώσσα μας από τις πλουσιότερες του κόσμου…» Βλ. Χάρης Γιάννης (επιμέλεια), Δέκα μύθοι για την Ελληνική γλώσσα, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα  2001, σελ 104.

[19] Πρβλ. Χάρης Γιάννης (επιμέλεια), Δέκα μύθοι για την Ελληνική γλώσσα, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα  2001, σελ. 19

[20] Πρβλ. Χάρης Γιάννης (επιμέλεια), Δέκα μύθοι για την Ελληνική γλώσσα, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα  2001, σελ.25

[21] Πρβλ. στο ίδιο σελ. 36.

[22] Πρβλ. στο ίδιο σελ. 41

[23] Βλ. στο ίδιο σελ. 64

[24] Βλ. στο ίδιο σελ. 65

[25] Βλ. Οδυσσέας Ελύτης, λόγος στην Ακαδημία της Στοκχόλμης, περ. η Λέξη, αρ.106, Νοέμβριος-Δεκέμβριος 1991, σελ.719 από το Μπαμπινιώτης Γ., Η γλώσσα ως αξία-Το παράδειγμα της ελληνικής, εκδόσεις Gutemberg, Αθήνα 1994, εισαγωγή.  

[26] Πρβλ. Μπαμπινιώτης Γ., Ελληνική γλώσσα: παρελθόν, παρόν, μέλλον, εκδόσεις Gutemberg, Αθήνα 1994, σελ. 7

[27] «…Our gnomon has to be a metron between economic, strategic and philanthropic scopes. Political magic has always been antieconomic….” Βλ. Statement by the Hon. Xenophon Zolotas, Governor of the Bank of Greece and Governor of the Fund for Greece, at the closing joint session, in 1959 annual meetings boards of Governors, Washington D.C., October 2, 1959, Press Release No 61.

[28] Πρβλ. Κοπιδάκης Μ.Ζ. (επιμ.), Ιστορία της ελληνικής γλώσσας, Ελληνικό Λογοτεχνικό και ιστορικό Αρχείο, Αθήνα 1999, σελ. 327

[29] Πρβλ. στο ίδιο  σελ. 327

[30] Πρβλ. Μπαμπινιώτης Γ., Ελληνική γλώσσα: παρελθόν, παρόν, μέλλον, εκδόσεις Gutemberg, Αθήνα 1994, σελ. 10

[31] Πρβλ. στο ίδιο, σελ. 17

[32] Βλ. στο ίδιο, σελ. 19

[33] Βλ. στο ίδιο σελ. 19

[34] Βλ. Μπαμπινιώτης Γ., Ελληνική γλώσσα: παρελθόν, παρόν, μέλλον, εκδόσεις Gutemberg, Αθήνα 1994, σελ. 274.

[35] Πρβλ. Χάρης Γιάννης (επιμέλεια), Δέκα μύθοι για την Ελληνική γλώσσα, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα  2001, σελ.74

[36] Βλ. στο ίδιο σελ. 80

[37] Βλ. στο ίδιο σελ. 68

[38] Βλ. στο ίδιο σελ. 132.

Επιστροφή στην αρχή της σελίδας