Ανδρέας Ιωάννου Κασσέτας

 

ο ΕΝΑΣ και ο ΑΛΛΟΣ
 

 

 

 

 


Ο ΕΝΑΣ.

Ο ΕΝΑΣ, είναι άνθρωπος-άνδρας ή άνθρωπος-γυναίκα πάντως άνθρωπος μιας κάποιας ηλικίας με συνείδηση διαμορφωμένη και από αυτό. Ο Αόριστος έχει αρχίζει να παίζει σημαντικό ρόλο στους ρυθμούς μετακίνησης του σώματός του, στην ευελιξία της σκέψης του, στις προσωπικές του επιλογές. Μέσα στη σχολική αίθουσα έχει μεταφέρει το βαλιτσάκι με τις ευαισθησίες του, τις υπερβολές του, τους παραλογισμούς του, το μέτριο έως υποφερτό χιούμορ του, τη δυνατότητα ή την αδυναμία του να εμπνέεται, τη δυσκολία του στο να αποδέχεται τη διαφορετικότητα, την ανάγκη του να γίνεται αποδεκτός, τον προσεκτικά συγκαλυμμένο φασισμό του, τα προσωπικά του κριτήρια αξιολόγησης, την άγνοιά του πάνω σ’ ένα σωρό ζητήματα και στο βάθος της βαλίτσας, κάτω από τον διπλό πάτο, καλοδιπλωμένο και ατσαλάκωτο το συνήθως πελώριο εγώ του. Δεν του είναι καθόλου εύκολο να ανεχθεί τη διαφορετικότητα, το γνήσιο, το πηγαίο αλλά και κάθε τι που παραβιάζει τους κανόνες. Υπάρχουν βέβαια και στιγμές που απελευθερώνεται από το βαρύ αυτό φορτίο και γίνεται ζάχαρη ευδιάλυτη στο νερό της λυκειακής αίθουσας. Οι στιγμές αυτές δεν είναι λίγες αλλά δεν είναι και πολλές.

 

Ο ΑΛΛΟΣ

Και απέναντι του ο ΑΛΛΟΣ. Άνθρωπος και αυτός, άνθρωπος- αγόρι ή άνθρωπος-κορίτσι, σε μια κρίσιμη περίοδο της νοησιακής του αναρρίχησης και της κοινωνικοποίησής του, άνθρωπος υποχρεούμενος να φέρεται κατά τα θέσμια, ανεξάρτητα από το τι συμβαίνει στο προσωπικό του μέσα Σύμπαν. Συχνά νιώθει απομονωμένος πύργος σε παρτίδα σκάκι, καθημερινώς πάντως κρινόμενος, ελεγχόμενος, νουθετούμενος, παροτρυνόμενος να μελετά, εξεταζόμενος, βαθμολογούμενος, αξιολογούμενος, συγκρινόμενος επικρινόμενος, κατακρινόμενος και ενθαρρυνόμενος σπανίως. Είναι ο άνθρωπος- έφηβος αν και συνήθως περιγράφεται με μία άλλη ιδιότητα την  οποία η κοινωνία θεωρεί πρωταρχική. Είναι μαθητής.

 

 

Ο ΕΝΑΣ ΚΑΙ Ο ΑΛΛΟΣ

Ο Ένας και ο Άλλος. Κοιτάζονται αναμετρώνται, συμβιώνουν, αμοιβαία επηρεάζονται ή αδιαφορούν –χωρίς αυτό να ισχύει υποχρεωτικά και για τους δύο- ακούν ή δεν ακούν ο ένας τον άλλον ή τον ακούν χωρίς να τον ακούν, έλκονται ή απωθούνται ως -ηλεκτρικά φορτία- ενστικτωδώς, επιχειρεί ο ένας να κατισχύσει του άλλου, ενίοτε παραβιάζει ο ένας τα ανθρώπινα δικαιώματα του άλλου, αλλά και μισούνται, ερωτεύονται, υποκρίνονται, θυμώνουν, απολαμβάνουν την επικοινωνία τους. Μία σχέση συνήθως ανισότιμη η οποία διαμορφώνεται από τις κλιματικές συνθήκες που επικρατούν στο συγκεκριμένο θερμοκήπιο αλλά και από το γεγονός ότι ο Ένας και ο Άλλος σχεδόν ποτέ δεν είναι μόνοι τους. Είναι περικυκλωμένοι από καμιά εικοσπενταριά ανθρώπους-μαθητές οι οποίοι κατά κανόνα είναι πολύ πιο κοντά στον Άλλο. Ο ΕΝΑΣ ΕΙΝΑΙ, ΣΧΕΔΟΝ ΠΑΝΤΑ, ΜΟΝΟΣ ΤΟΥ.

 Ο Ένας και οι εικοσιπέντε. Μία ιδιότυπη σχέση ανθρώπου με ομάδα. Και δεν είναι απλά η σχέση ενός μοναδικού Μπάγεβιτς με ποδοσφαιριστές. Και αυτό συμβαίνει όχι μόνο διότι σε κάθε λυκειακή τάξη υπάρχουν αρκετοί Μπάγεβιτς –Μαργέτηδες, Παντελήδες, Σπύρου, Μυλωνάδες, Παργινοί, Μπαρμπέρηδες- για την ίδια ομάδα. Συμβαίνει διότι οι στόχοι του θεσμού ’’σχολείο’’, σε σχέση με εκείνους μιας ΑΕΚ, είναι έντονα διαφορετικοί.

Ο Ένας και η ομάδα των εικοσιπέντε. Και η ομάδα δεν είναι απλά ένα ’’άθροισμα ατόμων’’. Συνιστά ένα καινούργιο ον, ένα «Άλφα τρία» ή ένα «Γάμα τεχνολογική τέσσερα». Ένα συλλογικό ον το οποίο κλείνεται στον εαυτό του ή ανοίγει τα εξωτερικά μόνο παράθυρα, ομογενοποιείται ή διασπάται, εκδηλώνει συχνά τη συνήθη συλλογική σκληρότητα των εφήβων.