Ανδρέας Ιωάννου Κασσέτας

 

Λένε για μένα όλοι αυτοί
που ζήσαμε μαζί
 

 

 

 

 

 

 


Εξομολογήσεις του Σιδήρου σε γλώσσα Διαθεματικότητας

 

Λένε για μένα οι χημικοί που ζήσαμε μαζί

Λένε για μένα οι φυσικοί

Λένε για μένα οι  βιολόγοι 

Λένε για μένα οι  Ποιητές

Λένε για μένα οι ναυτικοί που ζήσαμε μαζί

Και οι αρχαιολόγοι

 Λένε για μένα οι σιδεράδες που ζήσαμε πάρα πολύ μαζί

 Θεός, κουτσός και σιδεράς

 Λέω εγώ ο σίδηρος στον ψυχαναλυτή μου

 Στις γλώσσες των ανθρώπων .

 

 

Λένε για μένα οι χημικοί που ζήσαμε μαζί 

 

 


Λένε για μένα οι χημικοί που ζήσαμε μαζί

πως σε οποιοδήποτε «κομμάτι Σύμπαντος» με συναντούν

-στις ράγες των τρένων, σε δόρυ Μεγαλέξαντρου, σε μετεωρίτη επισκέπτη πλανητών, σε τρυπάνια,  σε καρφίτσες, σε τρακτέρ, σε  γέφυρες πάνω από τη θάλασσα-

  «βλέπουν» στο εσωτερικό μου έναν Μικρόκοσμο μοναχικών πλασμάτων απαράλλαχτων, καθένα τους ένα άτομο σιδήρου με 26 ηλεκτρόνια.  

Ωστόσο μόνο στους μετεωρίτες και στις καρδιές των άστρων τα έθνη των μοναχικών σιδήρων εμφανίζουν φυλετική καθαρότητα.

Σε όλα σχεδόν τα υπόλοιπα θα συναντήσεις  μειονότητες ατόμων άνθρακα.      

Και δεν είμαι μόνο  εκεί. Κυκλοφορώ στις αρτηρίες των γάτων και των κατσικιών, συντροφιά με το πυρίτιο και το αργίλιο κατοικώ στα βράχια του δικού μας πλανήτη , με βρίσκει κανείς στους αναπτήρες bic και στα κομπρεσέρ, στις καραμπίνες που σκοτώνουν τρυγόνια και  «εχθρούς», στα μπουζόκλειδα και στους τόρνους, στους σουγιάδες των προσκόπων και  στο Εξκάλιμπερ του θρύλου,

στα κουμπούρια των ποικίλλων  Μελ Γκίμπσον και στα γιαταγάνια των «αλλόθρησκων», στις πανοπλίες των ιπποτών και στα βαράκια της γυμναστικής, στο δίκοπο μαχαίρι στο οποίο η αγάπη ενίοτε μετατρέπεται, στο σφυρί και στο δρεπάνι, στα εργαστήρια των χημικών και των  μηχανολόγων, στα  ξυραφάκια και στις τανάλιες, στις βίδες και στα καρφιά,

στα πιστόνια κάθε μοτοσικλέτας και στα φαναρτζίδικα, στα καπάκια των υπονόμων και στις βυθισμένες άγκυρες, σε όλα τα  παλιά σιδεράδικα,  και βέβαια στις λαμαρίνες των καραβιών, μαζί με την αρμύρα. 

Η λαμαρίνα, η λαμαρίνα όλα τα σβήνει

 έγραψε κάποτε ο μόνος ίσως Έλληνας ποιητής που με αφουγκράστηκε.

Το ποίημα λεγόταν Κούρο Σίβο κι εκείνος Νίκος Καββαδίας.

 

 

Κι όλοι αυτοί οι χημικοί που ζήσαμε μαζί

δεν σταματούν να με κατασκοπεύουν. Εδώ και διακόσια περίπου χρόνια ξέρουν να περιγράφουν αρκετές από τις αταξίες μου. Κάθε φορά που τα δικά μας άτομα συναντιόνται με εκείνα του έθνους των Οξυγόνων, υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο να «έλθουν στο φως» σώματα καινούργια, με δικές τους ιδιότητες,  ’οξείδια’’ λένε οι χημικοί στην ελληνική γλώσσα.

Μέσα σε κάποιο  από αυτά, δύο από τα δικά μας άτομα, άτομα σιδήρου,  διατηρούν  παράξενους  δεσμούς  με τρία από το έθνος των Οξυγόνων.                Fe2O3

Αν μάλιστα συνωμοτήσει και η υγρασία, θα επιβληθεί μια συγκατοίκηση με ορισμένα  μόρια νερού, οι χημικοί θα μιλούν για ένυδρο τριοξείδιο του σιδήρου  και στον Μακρόκοσμο των εμπειριών οι απλοί άνθρωποι θα δυσφορούν καθώς θα  διακρίνουν τη σκουριά πάνω στη λαμαρίνα.

Κι είναι ακόμα οι γόνιμες συναντήσεις  με τα παιδιά της εθνότητας του Θείου,  αλλά κι   αυτές  με τα αλογόνα.

Λευκός φθοριούχος  σίδηρος αν το ραντεβού είναι με φθόριο, χλωριούχος σίδηρος σε χρώμα σκούρο καφέ από τις συναντήσεις με άτομα χλωρίου, κοκκινοκάστανος βρωμιούχος σίδηρος από τις συνευρέσεις των δικών μας  με άτομα από το έθνος των Βρωμίων.

Και  οι χημικοί εδώ κι έναν αιώνα περίπου, «πιστεύουν» ότι για τις αταξίες αυτού του είδους ευθύνονται  τα  ηλεκτρόνια.

Η σκέψη τους  έχει τακτοποιήσει τα  ηλεκτρόνια κάθε ατόμου σε orbitals, λέξη αγγλική  που στην ελληνική γλώσσα μεταφράζεται τροχιακά.

 

 

Λένε για μένα οι φυσικοί που ζήσαμε μαζί 

 


Λένε για μένα οι φυσικοί που ζήσαμε μαζί

πως μπόρεσαν να με βρουν ακόμα και στον Ήλιο. Είπαν ότι ανέκριναν το φως που έρχεται από εκεί –μετά από οκτάλεπτο ταξίδι- και κείνο τελικά ομολόγησε ότι «υπάρχει σίδηρος».

Ερευνώντας δηλαδή το ηλιακό φάσμα εντόπισαν τις γραμμές που προδίδουν την εκεί παρουσία μου. 

Ισχυρίζονται μάλιστα ότι, μέσα στον Ήλιο, μολονότι η παρουσία όλων των στοιχείων εκτός από τα δύο ελαφρότερα είναι ασήμαντη- σε κάθε χιλιόγραμμο του άστρου ένα περίπου γραμμάριο θα  είναι σίδηρος.

Και μας λένε ακόμα ότι αυτό δεν είναι μια ιδιαιτερότητα του «δικού μας Ήλιου» αλλά ότι υπάρχω μέσα στην  καρδιά  του  οποιουδήποτε άστρου. Θεωρία θα μου πείτε, αλλά κανείς μέχρι τώρα δεν την έχει διαψεύσει. Όπως εξάλλου και η άλλη,  η σχετική με το ερώτημα «πώς βρέθηκα στο Σύμπαν;».

Λένε λοιπόν για μένα οι φυσικοί ότι ο πυρήνας μου με τα 26 πρωτόνια γεννήθηκε μέσα στο φούρνο των άστρων, στην κοιλιά  κάποιου  Κόκκινου Γίγαντα και αφού προηγουμένως  δημιουργήθηκαν οι πυρήνες του άνθρακα και στη συνέχεια εκείνοι των αλλοεθνών, όπως το πυρίτιο, ο φώσφορος, το θείο και το ασβέστιο.

Στη δική τους μάλιστα γλώσσα οι «Πυρηνικοί» λένε ότι τα άτομα του   δικού μας έθνους, του σιδήρου, έχουν τον σταθερότερο πυρήνα. Ανάμεσα σε όλα τα άτομα του γνωστού Σύμπαντος, ο πυρήνας των δικών μας έχει τη μικρότερη ενέργεια σύνδεσης ανά νουκλεόνιο και αυτό είναι που τον κάνει να  θεωρείται ο πρωταθλητής της σταθερότητας.

Με τις μεθόδους τέλος της φασματογράφησης μαζών με τις οποίες, εδώ και 90 περίπου χρόνια, καταφέρνουν να προσδιορίζουν τις μάζες των αόρατων ατομικών πυρήνων έχουν διακρίνει ότι όλοι οι πυρήνες του έθνους των σιδήρων δεν είναι ίδιοι. Έχουν όλοι 26 πρωτόνια – το στοιχείο ταυτότητας που τους κάνει να ανήκουν στο έθνος μας- αλλά διαφέρουν στον αριθμό των νετρονίων.

Στη γλώσσα της πυρηνικής φυσικής συμβαίνει με εμάς αυτό που συμβαίνει με όλα τα στοιχεία του Σύμπαντος, υπάρχουν δηλαδή ισότοπα.

Ενώ λοιπόν συνήθως κυκλοφορώ ως σίδηρος-56, τρεις ακόμα ισότοποι πυρήνες, ο 54, ο 57 και ο 58, κυκλοφορούν κι αυτοί ως σταθεροί πυρήνες.

 

Κι ακόμα οι φυσικοί που ζήσαμε μαζί

συνεχώς με κατασκοπεύουν, παίρνουν ειδικά όργανα και με ανακρίνουν, με ρωτούν για τα ένα σωρό «σιδηρικά» μου μυστικά,  και -καθώς  δεν υπάρχει νόμος για την προστασία των προσωπικών δεδομένων- αναγκάζομαι να ομολογώ την τιμή της πυκνότητάς μου δηλαδή ότι σε κάθε δηλαδή κυβικό εκατοστό η μάζα μου είναι 7,9 γραμμάρια περίπου, αναγκάζομαι να αποκαλύπτω ότι το προσωπικό μου σημείο τήξης είναι 1538 °C ,  ότι βράζω στους   2861  βαθμούς Κελσίου, πως όταν κυκλοφορώ ως στερεό η ειδική μου θερμότητα υπό σταθερή πίεση είναι  25,1 J K-1 mol-1.

Παραδέχομαι επίσης ότι έχω ομολογήσει στους φυσικούς που πειραματίστηκαν πάνω στο σώμα μου ότι η ειδική μου αντίσταση είναι έξι φορές μικρότερη από εκείνη του χαλκού, και ότι το προσωπικό μου μέτρο ελαστικότητας είναι 211 GPa και αυξάνει κατά 10% όταν συμμετέχω σε συνασπισμό χάλυβα.

Τους έχω ακόμα  αφήσει να  μετρήσουν ότι ο ήχος διαδίδεται μέσα στο σώμα μου πολύ πιο γρήγορα από ότι στον αέρα,  με ταχύτητα δηλαδή  4910 μέτρων το δευτερόλεπτο ενώ η αντίστοιχη ταχύτητα στον αέρα είναι 15 περίπου φορές μικρότερη, είτε είναι ήχος ατμομηχανής, είτε κελάηδισμα κότσυφα αηδονιού είτε ήχος κιθάρας.  

 

 

 

Λένε για μένα οι βιολόγοι

 

                                                                        Κοίτα να αδειάσεις το πιάτο σου.

                                                                        Οι φακές είναι πολύ θρεπτικές Έχουν σίδηρο

                                                                                                η  Ρούλα στον γιο της όταν ήταν μικρός                                         

 

Λένε για μένα οι βιολόγοι

Ότι με συναντούν μέσα στο αίμα των τράγων, των λύκων και των ζαρκαδιών και ομολογούν πως για το κόκκινο χρώμα του είμαι   εγώ που ευθύνομαι,   κρυμμένος μέσα σ’ αυτό. Αυτό βέβαια συμβαίνει και με το πλάσμα Sapiens sapiens, το πλάσμα ΑΝΘΡΩΠΟΣ, σε όλες του τις αποχρώσεις

Στις αρτηρίες του κυκλοφορεί το κόκκινο υγρό με την αιμοσφαιρίνη, μια πρωτεΐνη με καρδιά από σίδηρο, ικανή να ενώνεται με το ατμοσφαιρικό οξυγόνο.

Λένε ακόμα πως εγώ ο Σίδηρος, υπάρχω και αλλού και πως είμαι στοιχείο απαραίτητο στο κυτταρικό πρωτόπλασμα γιατί  παίζω εκεί τον ρόλο καταλύτη διεργασιών αλλά κάνω και την πολύ σοβαρή δουλειά του μεταφορέα οξυγόνου.

  Κι ακόμα, στον οργανισμό των Sapiens sapiens βρίσκομαι εφεδρικά αποθηκευμένος μέσα σε χημικές ενώσεις όπως η φερριτίνη και η αιμοσιδερίνη, στο συκώτι, στη σπλήνα και στον μυελό των οστών.

Η συμμετοχή μου στη συγκρότηση του πλάσματος Άνθρωπος είναι απολύτως αναγκαία για να συνεχίσει να κυλάει ομαλά η ζωή του. Συμμετοχή απολύτως αναγκαία, αν και ποσοτικά ανεπαίσθητη. Σε κάθε κορίτσι που ζυγίζει 50 κιλά ενυπάρχω σε ποσότητα τριών γραμμαρίων.

Σε φυσιολογικές συνθήκες διεισδύω στον οργανισμό των ανθρώπινων πλασμάτων με τροφές όπως. . . . . το κρέας, τα αυγά, το σπανάκι και οι φακές. Κάτι ήξερε λοιπόν ο συγγραφέας του Ποπάυ, αλλά και η μαμά Ρούλα εκείνη την εποχή.

 

 

 

Λένε για μένα οι ποιητές που ζήσαμε μαζί

 

Λένε για μένα οι ποιητές που  ζήσαμε μαζί,

αν εξαιρέσω τον Νίκο Καββαδία, ελάχιστα πράγματα.

Οι περισσότεροι μιλούν για μένα μεταφορικά. Στο δικό τους Σύμπαν υπάρχω ως ένα   κλασικό σύμβολο της σκληρότητας.

«Στα μάτια του ένα σύννεφο, μες στην καρδιά του σίδερο»,

έγραφε ο Νότης Περγιάλης στο λεβέντης εροβόλαγε  που  μελοποίησε ο Μίκης Θεοδωράκης

«Παραπεταμένος είσαι μάγκα μου σε μια γωνιά, γεια σου κόσμε σιδερένιε, γεια σου χάρτινε ντουνιά» 

έλεγε ένα παλιό τραγούδι του Χατζιδάκι. . . . . . . .  Αλλά και τα ποικίλα «σιδερένια» -μαχαίρια, τσεκούρια, ρομφαίες, καρφιά, σπαθιά- γίνονται στα χέρια  τους  εργαλεία  παρομοίωσης, αλληγορίας και μεταφοράς.

 

                                  Κι έτσι δε λείπει από μέσα μας

                                        η αιχμή του μαχαιριού

                             

              μας λέει ο Δ. Π. Παπαδίτσας, στο ποίημα Περιπέτεια . . . . .

 

για τον ίδιο ποιητή  το σκόρπισμα μιας γυναίκας συγκρίνεται με εκείνο του φωτός πάνω στη λάμα ενός στιλέτου,

 

         «. . που σκορπίζεσαι,

          όπως η αχτίδα φωτός στην πλευρά του στιλέτου

                        μας λέει στο ποίημα  Ουσίες . . . . .

        ενώ για τον Γιώργο Σεφέρη το ανθρώπινο χαμόγελο γίνεται σπαθί

Κι ήταν το χαμογέλιο σου σαν έτοιμο σπαθί

           μας λέει στον ΕΡΩΤΙΚΟ ΛΟΓΟ



Ο Νίκος Καρούζος βλέπει μια σιδερένια ρομφαία να κομματιάζει τον χρόνο


[

Άγγελος κόβει

με γαλανή ρομφαία  τον καιρό

μας λέει στο Η ΕΛΑΦΟΣ ΤΩΝ ΑΣΤΡΩΝ. . . 

και ο ίδιος χρησιμοποιεί τα σίδερα σα σύμβολο για τη φυλάκιση του ερωτικού συναισθήματος

Μέσα στα σίδερά μας

είν’ ο έρωτας ,

μας λέει στο ΈΞΙ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΘΗΛΥ


 

Ο Οδυσσέας Ελύτης παρουσιάζει τη λάμψη μιας γυναίκας με εκείνη του μαχαιριού,

 

Η Μαρία Νεφέλη είναι κορίτσι οξύ,  αληθινή απειλή του μέλλοντος . . κάποτε λάμπει σα μαχαίρι

λέει στη  ΜΑΡΙΑ ΝΕΦΕΛΗ

 

ενώ ο Γιάννης Θεοδωράκης σε τραγούδι από τους Λιποτάκτες περιγράφει την οξυδέρκεια της ανθρώπινης ματιάς

 

 Νάταν η ματιά μου δίκοπο μαχαίρι,

αστραφτερό σπαθί μες στο μεσημέρι

 

Κι είναι πάλι ο Ελύτης, που -με τον κλασικό εκείνο στίχο, στο Ήλιος ο Πρώτος-

Με τι πέτρα, τι αίμα, τι σίδερο

Και τι φωτιά είμαστε καμωμένοι

σκιαγραφεί, με ελάχιστες λέξεις, τον πυρήνα της  ανθρώπινης υπόστασής μας

 

Ωστόσο ως αντικείμενο σχετιζόμενο με την ανθρώπινη «πράξη» ουσιαστικά απουσιάζω από την ελληνική  ποίηση. Οι  ελάχιστες περιπτώσεις που παραβιάζουν τη γενικευμένη διαπίστωση επιβεβαιώνουν τον κανόνα.

Σε ένα δικό του ποίημα στο ΜΕΡΕΣ ΤΟΥ 1909, ο Καβάφης μας θυμίζει ότι στην Αλεξάνδρεια υπήρχαν και σιδεράδες

 

 «Στο παληομάγαζο ενός σιδερά ριγμένος»


 

Δεν μπορώ βέβαια να μείνω στους Έλληνες ποιητές και να  αγνοήσω τον Μαγιακόφσκι και τους «πιο κομμουνιστές» από εκείνον.  Ανάμεσά του ο «Χιλιάνος»  ο Πάβλο, κυριολεκτικά  εξύμνησε το σιδεράδικο και η Δανάη Στρατηγοπούλου έκανε τη μετάφραση.

Το φως των σιδεράδικων είναι σαν το εσωτερικό ενός άστρου:

βρίσκονται εκεί  με την ατομική τους λάμψη

τα ουσιώδη καρφιά, τα ακατανίκητα μάνταλα,

η φουσκίτσα από αέρα αλφαδιού και οι κουλούρες το σύρμα

 

Επιστρέφω στους Έλληνες. Όπως και να το κάνουμε ο Καββαδίας είναι εκείνος που  με νιώθει ακόμα περισσότερο. Στις λαμαρίνες, στις άγκυρες, στους σουγιάδες, στα ατσάλινα μαχαίρια.

«Πέτα στο κύμα τον παλιό που εσκούριασε σουγιά σου» έγραφε στην Εσμεράλδα  και « Τρεις μέρες σπάγαν τα καρφιά και τρεις που σε καρφώναν» έγραφε παρακάτω στο ίδιο ποίημα, ενώ στο Ένα μαχαίρι μίλαγε για «Ένα  μικρό ατσάλινο μαχαίρι, όπως αυτά που συνηθούν και παίζουν  οι αραπάδες »

 

 

Λένε για μένα οι ναυτικοί που ζήσαμε μαζί

Λένε για μένα οι ναυτικοί  που ζήσαμε μαζί

ότι  με βρίσκουν συνεχώς μπροστά τους. Στην  άγκυρα, στο μηχανοστάσιο,  στον μπούσουλα οδηγητή και βέβαια στη λαμαρίνα

 Κι όσοι ξέρουν να λένε ιστορίες για τα παλιά  μιλούν για τον Μεγάλο Ανατολικό, το τεράστιο σιδερένιο καράβι,  με τη σχετικά   νεοφώτιστη σιδηροχαλύβδινη μηχανή του Βατ ναυπηγημένο το  1852. Κατάφερε να διασχίσει τον Ατλαντικό  και να γίνει πρόδρομος κάθε σιδερένιου υπερωκεάνιου του μέλλοντος αλλά και πηγή έμπνευσης για τον Ανδρέα Εμπειρίκο.

Οι πιο «εργάτες» από αυτούς σου μιλούν για το ματσακόνι, λέξη γεννημένη από την ιταλίδα μητέρα mazza –σφυρί-  και τον έλληνα μπαμπά «ακόνι», λέξη άγνωστη στους στεριανούς και τους βουνίσιους που θα πει σιδερένιο εργαλείο φτιαγμένο για να «ξύνει» τη σκουριά από την καραβίσια λαμαρίνα εφόσον εκείνη αρμένισε χιλιάδες ώρες σε αλμυρά νερά.

Ματσακόνι εναντίον της σκουριάς, το έργο  ανεβαίνει σε σκηνικό  ναυπηγοεπισκευαστικής του Περάματος,  παίζεται ως ημερήσιος κάματος, με την αμοιβή να  λέγεται μεροκάματο. Και,  κρατημένο σταθερά από το χέρι του εργάτη, το  σιδερένιο ματσακόνι επιτίθεται.  Σκληρός σίδηρος   επιτιθέμενος σε ένυδρα τριοξείδια  σιδήρου,  γαντζωμένα πανω σε άλλο σίδηρο.  Ένας εμφύλιος των σιδήρων. Τον ξέρουν  πολύ καλά οι ναυτεργάτες όπως και όσοι υπηρέτησαν στο ναυτικό  σαν ναύτες  με θητεία σε καράβι, ναύτες δηλαδή αρμενιστές και όχι ναύτες γραφείου.


   Θ’ ακούσεις βέβαια και για τον  μπούσουλα του καραβιού, αυτός είναι μαγνήτης με κρυμμένο μέσα του εμένα τον σίδηρο,  πράγμα μαγικό  που δείχνει νύχτα μέρα  τον βορρά φθάνει να μην βρεθεί κοντά του σιδερένιο αντικείμενο γιατί τότε παύει να είναι οδηγητής,  «συγκινεί» το σιδερένιο αντικείμενο κι εκείνο «απαντά» με παρόμοιο τρόπο.


 

Μα πάνω απ’  όλα  «σίδηρος», για κάθε ναυτικό είναι η λαμαρίνα. «Γιάννη τι είναι για σας τους ναυτικούς η λαμαρίνα;» Ο Γιάννης  κυβερνήτης σε φρεγάτα, σε ταξίδια μεσογειακά αλλά και σε υπερπόντια,  απόλυτος αρχηγός της καραβίσιας μικροκοινότητας, «captain my captain», σε κοιτάζει στα μάτια καθώς  σου δίνει την  απάντηση. «Στα μεγάλα  ταξίδια τη λαμαρίνα τη μισείς και συγχρόνως τη λατρεύεις, τη νιώθεις να είναι η φυλακή σου μαζί και η σωτηρία σου».


 

 

Και οι αρχαιολόγοι

 

Σκάβουν τη γη. . . . Εδώ και χιλιάδες χρόνια οι λατόμοι και οι μεταλλωρύχοι σκάβουν τη γη , αναζητώντας πέτρωμα και μετάλλευμα.  Εδώ και μερικούς αιώνες, σκάβουν και οι αρχαιολόγοι. Αυτοί ψάχνουν για κτίσματα και για αντικείμενα που φωτίζουν ολοένα και περισσότερο το παρελθόν του ανθρώπινου πολιτισμού.  Και η σχετικά πρόσφατη συνεργασία τους με τους φυσικούς, τους έδωσε τη δυνατότητα να ανακρίνουν το κάθε αντικείμενο σχετικά με την ηλικία του.  

Οι αρχαιολόγοι. . . . Μας λένε ότι τα αρχαιότερα σιδερένια αντικείμενα κατασκευάστηκαν από αυτοφυή σίδηρο που είχε έλθει από τον ουρανό, είχε βρεθεί δηλαδή στην επιφάνεια του εδάφους από μετεωρίτη, επισκέπτη του πλανήτη Γη.

Η ουράνια αυτή προέλευση έκανε τους ανθρώπους της εποχής να αποδίδουν στο μέταλλο μαγικές ιδιότητες και το θρησκευτικό αυτό δέος διατηρήθηκε για πολύ καιρό ακόμα και μετά τη εξάπλωση της χρήσης του μετάλλου, οπότε ο σίδηρος έγινε υλικό της ανθρώπινης καθημερινότητας

Ο ανθρώπινος βέβαια, πολιτισμός έφθασε στην εποχή της κυριαρχίας του σιδήρου  και επειδή είχε προηγηθεί το «πανεπιστήμιο» της εποχής του χαλκού. Εγκαινιάστηκε τότε που ο μακρινός πρόγονος της νεολιθικής περιόδου συναντήθηκε με τον χαλκό.

Ψάχνοντας, ως συνήθως για πέτρες, βρήκε μία με χρώμα  πρασινόμαυρο ή πορφυροπράσινο και -με δεδομένο ότι «για πέτρα» ήταν πολύ μαλακή-  αντί να την λαξεύει και να την λειαίνει, όπως έκανε με τις άλλες, μπορούσε σφυροκοπώντας τη να φτάνει στο ίδιο αποτέλεσμα όσον αφορά το σχήμα αλλά και να της δίνει χρώμα και λάμψη ανώτερη από εκείνη που κατάφερνε να δίνει στις πιο πολλές από τις κατεργασμένες πέτρες του.

Από το λαξεύω και λειαίνω στο χρησιμοποιώ τη φωτιά και σφυρηλατώ 2 τα μέταλλα. Ο homo λιθοξόος3  είχε αρχίσει, αργά, πολύ αργά, να μετασχηματίζεται 4 στον  homo σιδερά του μέλλοντος ,  αφού προηγουμένως θα ολοκλήρωνε τη μακρόχρονη  φοίτησή του στο πανεπιστήμιο του χαλκού με μεταπτυχιακό στη μεταλλουργία ορειχάλκου, τρεις περίπου χιλιάδες χρόνια η φοίτηση, με μοναδική δασκάλα την Εμπειρία.

Η δική μου ενθρόνιση, το πέρασμα δηλαδή σε αυτό που λένε οι άνθρωποι εποχή του σιδήρου δεν έγινε με την πρώτη χρήση του μαλακού σιδήρου αλλά με τη  μεταλλουργική ανακάλυψη  του κράματος χάλυβας, μιας συγκεκριμένης δικής μου συγκατοίκησης με τον άνθρακα.

Αυτό ήταν που με έκανε εξαιρετικά  πολύτιμο και ικανό να ανατρέψω τον μέχρι τότε βασιλέα χαλκό.

 Το μυστικό της ειδικής κατεργασίας  το ανακάλυψαν οι Χετταίοι, κάπου στην περιοχή της Αρμενίας, χίλια πεντακόσια περίπου χρόνια πριν από τον Χριστό, και για πανω από διακόσια  χρόνια είχαν το μονοπώλιο της παραγωγής αλλά και της διακίνησης του χάλυβα στην Ανατολική Μεσόγειο.

Στους αιώνες που ακολούθησαν το μυστικό έπαψε να είναι μυστικό και η τεχνική της ειδικής αυτής επεξεργασίας έγινε γνωστή σε ένα σωρό λαούς, για να δώσει τα φονικά όπλα που θα έστελναν εκατομμύρια ανθρώπους στον θάνατο, θα συνέβαλαν στο να

 ξεσπάσουν επαναστάσεις,   αλλά για να δώσει και τα εργαλεία που θα άλλαζαν τη μορφή του πολιτισμού.

 

Βέβαια  η βελτίωση της τεχνικής αυτής αντιμετώπισε μεγάλες δυσκολίες και προχώρησε με πολύ αργούς ρυθμούς. Μόλις τον δέκατο ένατο  αιώνα η τεχνολογία βοηθούμενη και από την επιστήμη  έφθασε σε μια τελειοποίηση της χαλυβουργικής πρακτικής και εδραίωσε τη  βαριά βιομηχανία του εικοστού αιώνα,

αλλά με σοβαρότατο τίμημα τις συνέπειες στην ατμόσφαιρα του πλανήτη

 

 

Λένε για μένα οι σιδεράδες που ζήσαμε πάρα πολύ μαζί

Ο μακρινός μας πρόγονος, ανθρώπινο πλάσμα γένους αρσενικού5, τα γυμνασμένα χέρια του, η φωτιά η αναμμένη με ξυλοκάρβουνα  και η ράβδος από σίδηρο. Αγωνίζεται να της δώσει τη μορφή που θέλει εκείνος και τη σφυροκοπά. Και πάλι και πάλι. Κάθε τόσο την  ξαναθερμαίνει γιατί μόνο έτσι είναι αποτελεσματική η σφυρηλάτηση. Τη χώνει στην εστία της φωτιάς και η ράβδος πυρακτώνεται.

 Η καινούργια ιδέα είναι να διατηρεί τη φωτιά αναμμένη με έναν φυσητήρα και να φυσάει έτσι ώστε ο αέρας να φτάνει στο κέντρο της εστίας και να ανεβαίνει η θερμοκρασία. Το δοκιμάζει. Όχι και τόσο αποτελεσματικά στην αρχή, λίγο καλύτερα στη συνέχεια.

Αυτό που διαπιστώνει είναι μια καινούρια εμπειρία από την οποία διδάσκεται. Όταν μένει λίγο περισσότερο στην εστία της φωτιάς, η ράβδος σκληραίνει. Κάπως επιφανειακά στις πρώτες του απόπειρες, σε σχετικά  μεγαλύτερο βάθος στις επόμενες. Και όσο περισσότερη ώρα μένει η ράβδος στην εστία -με ταυτόχρονη εξαέρωση- σε τόσο μεγαλύτερο βάθος φθάνει η σκλήρυνση.

 Εκείνο που δεν γνωρίζει είναι ότι   κατά την παραμονή της ράβδου στην εστία της φωτιάς, με ταυτόχρονη εξαέρωση, ο χυτοσίδηρος της ράβδου έχανε ένα μέρος από τον άνθρακα που περιείχε. Κάποτε οι άνθρωποι θα χρησιμοποιούσαν τη φράση «η σιδερένια ράβδος χαλυβδώνεται».      

   Τα διάφορα αντικείμενα, που βγάζουν κατά καιρούς οι αρχαιολόγοι όταν σκάβουν τη γη,  τεκμηριώνουν το φανταστικό αυτό σενάριο. Τα περισσότερα σιδερένια εργαλεία της εποχής του ορειχάλκου δείχνουν αυτή τη σκλήρυνση η οποία όμως είναι επιφανειακή. Στο εσωτερικό του ο σίδηρος έμενε αχαλύβδωτος.

Η τεχνική άργησε να βελτιωθεί. Η πρώτη μέθοδος επιφανειακής χαλύβδωσης ανακαλύφθηκε τριακόσια περίπου χρόνια προτού ο χαλυβωμένος σίδηρος αρχίσει να παράγεται σε τέτοιες ποσότητες ώστε να εκθρονίσει τον ορείχαλκο στην κατασκευή εργαλείων και όπλων. Φαίνεται εντυπωσιακό αλλά δεν είναι. 

Και εξυπακούεται ότι το μυστικό της χαλύβωσης το κατείχαν ολιγάριθμες ομάδες τεχνητών που είχαν συμφέρον να το κρατούν για τον εαυτό τους. Άνθρωποι ξεχωριστοί, απομονωμένοι από τους άλλους, εξαιτίας και των προκαταλήψεων που τους συσχέτιζαν με τη μυστηριώδη αλχημεία, την τέχνη να μεταμορφώνουν  τις πέτρες σε σκληρό λαμπερό μέταλλο. Οι κοινοί θνητοί θεωρούσαν «μαγικό» έως επικίνδυνο το να διεισδύσουν στα μυστικά των σιδηρουργών. Σε όλους τους αρχαίους λαούς βρίσκουμε θεούς-σιδηρουργούς. Στην ελληνική μυθολογία κυριαρχεί ο Ήφαιστος.

 

 

θεός κουτσός σιδεράς

 

θεός κουτσός σιδεράς αλλά είχε την ωραιότερη γυναίκα του κόσμου. Θεός της φωτιάς, γιος του Δία και της Ήρας, με σοβαρό σωματικό ελάττωμα στο βάδισμα, μειονέκτημα «ανθρώπου», θεός δηλαδή  κάπως κατώτερος από τους άλλους,   αλλά μεγάλος τεχνίτης, θεός χαλκουργός, θεός κατασκευαστής, ο μόνος ικανός να χτίζει θεϊκές κατοικίες και ο μόνος ικανός να πιάνει με τα χέρια του  και να σφυροκοπάει το μέταλλο και με τη βοήθεια της φωτιάς να κάνει θώρακα για τον Ηρακλή, τρίαινα του Ποσειδώνα και ασπίδα του Αχιλλέα,. Πλάσμα προμηθεϊκό που επινοήθηκε ως δάσκαλος οδηγός των ανθρώπων στη δύσκολη διαδρομή προς την εποχή των μετάλλων, με τη σωματική του ατέλεια να υποδηλώνει ότι ο ίδιος ήταν το υποκείμενο και όχι το αντικείμενο της τελειοποίησης. Θεός γεννημένος την εποχή του ορειχάλκου, στους αιώνες που οι άνθρωποι δεν έχουν ακόμα ανακαλύψει τις δικές μου δυνατότητες,  ήταν φυσικό το πλάσμα αυτό των ανθρώπινων φαντασιώσεων να είναι μάστορας κυρίως του χαλκού και του κασσίτερου, γιατί η φαντασία όλων μας εκπαιδεύεται στο ειδικό φροντιστήριο της κάθε εποχής. Με το κύλημα των αιώνων και με τη δική μου  την ενθρόνιση, η ανθρώπινη φαντασία τον μετέπλασε σε μεγάλο μάγο της μεταλλουργίας γενικότερα.

 

 

Λέω εγώ ο Σίδηρος στον ψυχαναλυτή μου

 

Λέω εγώ ο Σίδηρος στον ψυχαναλυτή μου πως όταν οι άνθρωποι με φέρνουν στο μυαλό τους η «εικόνα» με δείχνει σκληρό και σε στερεά κατάσταση. Ωστόσο μ’ αρέσει πάρα πολύ να λιώνω και να κυκλοφορώ με το υγρό

μου πρόσωπο. Λιώνω όμως πολύ δύσκολα. Πρέπει να  βρεθώ στους 1600 Κελσίου  

για να δοκιμάσω την εμπειρία της υγρότητας και ομολογώ ότι με συγκινεί.

Κανονικά έπρεπε να έχει γίνει ότι και στη ζούγκλα με το λιοντάρι. Να με ανακηρύξουν

δηλαδή  «βασιλιά» των μετάλλων και να με τιμήσουν όπως έκαναν οι Γάλλοι

που έστησαν τον τόσο ψηλό πύργο από σίδερο, δίπλα στον Σηκουάνα.

Ή τουλάχιστον να απαντήσουν στο ερώτημα.

«Είμαι ή δεν είμαι ο πιο πολύτιμος;»

Τι είδους πολιτισμό θα είχαν χωρίς εμένα;  Τουλάχιστον σε ποσότητα αξιοποίησης

ξέρω ότι είμαι ο βασιλιάς.  Να μην αρχίσω να απαριθμώ τους πυλώνες της ΔΕΗ, τα δίκοπα μαχαίρια, τις μπουλντόζες, το μπετόν,   τους πυρήνες των μετασχηματιστών, τις τεράστιες τοξωτές γέφυρες που καταδεικνύουν την αντοχή μου και την ευκαμψία μου,  τις πυξίδες των καραβιών και τους εκατομμύρια μαγνήτες των ηλεκτρικών   μοτέρ και των μεγαφώνων, γιατί θα γίνω κουραστικός.

Κι όμως οι άνθρωποι δεν μου αναγνωρίζουν πολυτιμότητα. Σε καμία γλώσσα δεν με χαρακτηρίζουν «πολύτιμο μέταλλο» και  λένε έτσι τον Χρυσό, τον Άργυρο και τον Λευκόχρυσο, μέταλλα σπάνια βέβαια, αλλά, σχεδόν άχρηστα σε σύγκριση με μένα. 

  

Από τα υπόλοιπα μέταλλα πρόβλημα έχω μόνο με τον χαλκό. Ομολογώ ότι τον χαλκό τον ζηλεύω. Νιώθω μαζί του ανταγωνιστικά.

Είναι πιο όμορφος και αρκετά πιο βαρύς από μένα. Λιώνει και πιο εύκολα. Εκείνος στους 1083, εγώ στους 1536 βαθμούς Κελσίου, τεράστια διαφορά οι δύο θερμοκρασίες τήξεως. 

Ως αγωγός της θερμότητας είναι πάλι καλύτερος από μένα. Αλλά και ως ηλεκτρικός αγωγός είναι καλύτερος, είναι ο δεύτερος στη σειρά μετά τον Άργυρο. Από τα εκατομμύρια   καλώδια της ΔΕΗ που διασχίζουν τις πόλεις και τις εξοχές της Ελλάδας τα μισά περίπου είναι χάλκινα, όχι  από καθαρό χαλκό αλλά από χαλκό κυρίως.

Και να ταν μόνο αυτό; Ακόμα και από τα μετάλλια που δίνουν στους ολυμπιονίκες προδίδεται η έλλειψη σεβασμού προς εμένα. Και εκείνο για τον πρώτο νικητή είναι από χρυσό,  το δεύτερο από ασήμι. Εντάξει, «μέταλλα πολύτιμα»,  να το δεχτώ..  Αλλά το τρίτο;  . . . . . γιατί πρέπει να είναι χάλκινο;  Ζηλεύω αφόρητα και κάθε φορά που γίνεται μια απονομή νιώθω «κερατωμένος».

Ίσως το πρόβλημά μου  τον Χαλκό να σχετίζεται  με παιδικά μου τραύματα. Τότε που εκείνος –σε συμμαχία με τον κασσίτερο- σχεδόν μονοπωλούσε το ενδιαφέρον των ανθρώπων για μέταλλα κι εγώ δεν ήμουν παρά ένα υλικό σχεδόν περιθωριακό.

Η βασανιστική για μένα Εποχή του Ορειχάλκου. Τελικά,  χάρη στην εκλογίκευση της ανθρώπινης εμπειρίας ανέβηκα εγώ στον θρόνο. Και πολύ το χαίρομαι. Τον κωλοχαλκό. Βέβαια δεν μπορώ να πω ότι τον εξαφάνισα ή ότι τον εκτόπισα. Δημιουργήθηκε μία σχέση. . . .  συμπληρωματική  θα την χαρακτήριζα.  Πάντως αν με τον χαλκό ήμασταν συμμαθητές θα του έλεγα: «σ’  έσκισα» 7. Φέρομαι σαν μωρό παιδί αλλά θέλω να απελευθερωθώ από αυτή την ηλίθια ιδέα του ανταγωνισμού μαζί του. Θέλω να ωριμάσω. Γιατί, εδώ που τα λέμε, μια χαρά τα πάμε όποτε συμβεί να μας συνδυάσουν.

 

Τώρα βέβαια που βλέπω τα γεγονότα από κάποια απόσταση καταλήγω στο ότι ήταν πολύ δύσκολο για τους ανθρώπους να «ανακαλύψουν» εμένα πριν από τον χαλκό. Ήταν ιδιαίτερα δύσκολο όχι τόσο το να με βρουν μέσα στο γήινο έδαφος όσο το  να «αναγνωρίσουν» την αξία μου και να με χρησιμοποιήσουν σε  μεγάλη κλίμακα.

Ούτε το χρώμα μου είναι και τόσο ελκυστικό, τήκομαι πολύ πιο δύσκολα αλλά και σκουριάζω πολύ πιο εύκολα. Και κυρίως είναι πολύ πιο περίπλοκη  η κατεργασία μου, η  χαλύβωσή μου. Απαιτεί πολύ υψηλές θερμοκρασίες και ειδικά μέσα για τον αερισμό της «ενδοχώρας».  Αξίζει να σας πω ότι μολονότι το έδαφος της Βόρειας Αμερικής είναι πλούσιο σε «δικά μου» κοιτάσματα, οι αυτόχθονες κάτοικοι, επί χιλιάδες χρόνια, μέχρι δηλαδή να πάει  εκεί ο Κολόμβος, αγνοούσαν την αξία μου.

 

 

Στις γλώσσες του Κόσμου

 

железо. . . Ζυλιέζα. . .

είναι το όνομά μου στην Αγία Πετρούπολη, στη Μόσχα και στο Βλαδιβοστόκ. .  . . .

حديد. . .  Χαντίντ . . .

     

με λένε στη Δαμασκό,   στη Βασσόρα, στο Αλγέρι,  και στην Αλεξάνδρεια

. . . Ferrum. . .

έτσι με φώναζαν τότε   οι Λατίνοι. Κανείς τώρα πια δεν με λέει Ferrum . . . . . . Η λέξη ωστόσο εκείνη άφησε  αποτυπώματα, τέτοια που στο  Παρίσι μπορώ και κυκλοφορώ ως Fer     –και βέβαια το chemin de fer, ο δικός μου δρόμος είναι στα ελληνικά σιδηρόδρομος- …….   για τους Ιταλούς είμαι Ferro, …. με το ίδιο όνομα με συναντάς στη Λισσαβόνα,………  ενώ στη  μιλιά των Ισπανών είμαι  Hierro (Ιέρο) συνώνυμος με τον μεγάλο ποδοσφαιριστή. .  της Ρεάλ αν δεν κάνω λάθος.

Αν βέβαια κάποιος  με πει Eisen (Άιζεν) θα καταλάβεις πως είναι Γερμανός, ίσως και Αυστριακός ή ξέρει τέλος πάντων να χειρίζεται τη γερμανική γλώσσα. . . .

Οι Νορβηγοί με φωνάζουν  Jern ( Γιέρν),  στην Πράγα ακούω   στο  zelezo (ζελέζο) αλλά το πιο διάσημο στον αιώνα μας είναι βέβαια το Iron. Αγγλία, Αυστραλία, μεγάλο μέρος του Καναδά και φυσικά USA( ΓΙΟΥ ΕΣ ΈΙ) .

 

Στην πανάρχαια γλώσσα των Ελλήνων η κυριαρχία μου στο στίβο της εμπειρίας έχτισε και ένα μαιευτήριο  ρημάτων Ήρθαν έτσι στον κόσμο ως νεογέννητα τα διάφορα καρφώνω,  σφυροκοπώ, σιδερώνω, το μαχαιρώνω , το ατσαλώνω, το καρφιτσώνω και τα    άλλα, τα ένα σωρό.  

Από τη γλώσσα των ελλήνων . . .  δεν μπορώ να πω ότι έχω παράπονο. Ασχολείται μαζί μου και συχνά με αρκετή δόση συμπάθειας προς αυτό που αντιπροσωπεύω. Μια από τις κλασικές ερωτήσεις που έκαναν οι μεγάλοι- θείοι, δασκάλες, παππούδες- σε όλους μας όταν ήμασταν μικροί ήταν η

«τι είναι βαρύτερο ένα κιλό σίδηρο ή ένα κιλό μπαμπάκι;»

 

Το «σιδερένιος» που λένε σε κάποιον αμέσως μετά την ανάρρωση είναι ευχή, όπως ευχή είναι και το «σιδεροκέφαλος» όταν το απευθύνουν σ’ αυτόν  που διορίζεται υπεύθυνος σε κάποια θέση.

Το πιο δροσερό  είναι ίσως η παροιμία που με προσφέρει στις μύγες ως τροφή, προφέροντας συγχρόνως στα κουνούπια τον χάλυβα με την οποία υποδηλώνεται ότι «θα γίνει σφοδρή σύγκρουση, δεν θα μείνει τίποτα όρθιο».

 

Το «στη βράση κολλάει το σίδερο», καταγόμενο από τη σχετική σιδηρουργική εμπειρία, λέγεται στις περιπτώσεις που είναι αναγκαίο να παρθεί γρήγορα μια απόφαση. Από την ίδια εμπειρία κατάγεται και το ευφυέστατο «εσύ που ξέρεις τα πολλά κι ο νους σου κατεβάζει, τρία καντάρια σίδερο πόσες βελόνες βγάζει;»    Όσο για το «δια πυρός και σιδήρου» με βαθιές της ρίζες της καταγωγής του στο «σιδερένιο» παρελθόν της ανθρωπότητας σημαίνει είτε «μέσα από κινδύνους και ταλαιπωρίες» είτε ότι κάποιοι εισβολείς πέρασαν από κάποια χώρα πυρπολώντας και σφάζοντας.

Όταν πάλι οι Έλληνες λένε «είναι για τα σίδερα» υπονοούν ότι είναι τρελός και πρέπει να κλειστεί σε σχετικό ίδρυμα.  «Τα σίδερα» όμως υποδηλώνουν και τη φυλακή. Υπάρχει βέβαια και η γνωστή άποψη ότι . . .της φυλακής τα σίδερα είναι για τους λεβέντες.