Ανδρέας Ιωάννου Κασσέτας

 

Γιατί τού ’χουνε πει ότι οι άντρες δεν κλαίνε

  

 Εκείνη, καθηγήτρια σε γυμνάσιο. Τα βράδια με τον φίλο της, τον καθηγητή της μουσικής και συχνά τον παρασύρει σε διεξοδικές συζητήσεις πάνω σε θέματα φυσικής. O υδράργυρος είναι βαρύτερος από τον σίδηρο τού 'πε εκείνο το βράδυ και πρόσεξε ότι αμέσως κάτι άναψε στη ματιά του. Ακαριαία σχεδόν τον ένιωσε να επιστρέφει σ’ ένα δικό του τότε. Άρχισε να της μιλάει για τον κύριο Μπουρούτη. Τότε, στο Γυμνάσιο , τον είχε καθηγητή, ήταν ο φυσικός τους, και στο προσωπικό του μέσα Σύμπαν των δεκαετιών που ακολούθησαν, τον διατηρούσε ολοζώντανο. Και εκείνη τη στιγμή τον ανέσυρε, αποκαλώντας τον ο δάσκαλος.

Αρχίζει να θυμάται και να της μιλάει γι' αυτά που θυμάται. Εκείνη την ημέρα, σε ώρα μαθήματος, πάνω στο τραπέζι που το λέγαν έδρα, ένα γυάλινο δοχείο με αρκετό υδράργυρο. Τό ’χε φέρει μέσα στην τάξη ο δάσκαλος, μαζί κι ένα σιδερένιο αντικείμενο. Στη μιαν άκρη του τραπεζιού ο σίδηρος, το πανάρχαιο σύμβολο της βαρύτητας. στην άλλη ο υγρός υδράργυρος. Και ο δάσκαλος να πιάνει με το χέρι το σιδερένιο αντικείμενο, να το βάζει στο γυάλινο δοχείο κι εκείνος, τότε έφηβος, να διαπιστώνει έκπληκτος ότι το συμπαγές αυτό αντικείμενο επιπλέει στον υδράργυρο και να συμπεραίνει ότι ο  βαρύς σίδηρος είναι πιο ελαφρύς από τον υγρό υδράργυρο.

 

   Μπροστά σε κείνη την εικόνα, είχε. τότε, ενεργοποιηθεί μια μοναδική διάταξη νευρώνων του εγκεφάλου του. Μέσα στο απέραντο δίκτυο των εγκεφαλικών κυττάρων του «είχε ανάψει ένας συγκεκριμένος αστερισμός». Το ότι δεν έσβησε από τότε σημαίνει ότι το εξωτερικό εκείνο ερέθισμα είχε προκαλέσει τον σχηματισμό κάποιων συγκεκριμένων συνδέσεων ανάμεσα σε συγκεκριμένους νευρώνες και οι αντίστοιχες χιλιάδες συνάψεις είχαν ενισχυθεί. Είχε, με άλλα λόγια, δημιουργηθεί ένα νέο κύκλωμα που λειτούργησε ως αναπαράσταση της εικόνας στην οποία το σιδερένιο αντικείμενο επέπλεε στον υδράργυρο.

   Το ακουστικό ερέθισμα, δηλαδή η δική της φράση «ο υδράργυρος είναι βαρύτερος από τον σίδηρο», γέννησε τον συνειρμό ο οποίος ανεκάλεσε μια νευρωνική διάταξη παρόμοια με την αποθηκευμένη. Ο εγκέφαλος αντελήφθη την ομοιότητα και ο φίλος της ο καθηγητής της μουσικής ένιωσε τη συγκίνηση της αναγνώρισης . Μαζί ήρθαν στην επιφάνεια μερικοί από τους παλιούς συμμαθητές, το τραπέζι της σχολικής αίθουσας και ο αγαπημένος τους δάσκαλος, ο κύριος Μπουρούτης.

 

 

 

 

Τα πρωινά, καθηγήτρια της φυσικής, στο τραπέζι-έδρα ένα βαθύ δοχείο με νερό, δίπλα του ένα μανόμετρο, μάθημα υδροστατικής κι απέναντι, καθισμένοι σε θρανία, οι συνολικά εικοσιοκτώ μαθήτριες και μαθητές της γι αυτούς είναι «η κυρία». Τους καλεί να κοιτάξουν τα γεγονότα με τη δική της ματιά. Πρέπει, λοιπόν, η δική της ματιά να μπορεί να διακρίνει τι είναι επιστήμη, να διεισδύει στη διαφορά αλλά και στη συνάφεια που υπάρχει ανάμεσα στο επιστημονικό και στο μη επιστημονικό. Γιατί οι όψεις των πραγμάτων είναι απειράριθμες, από στιγμή σε στιγμή ποικίλλουν και διατηρούν για τον καθένα μας τη μοναδικότητά τους. Το μέσα Σύμπαν καθενός από τους εικοσιοκτώ λειτουργεί με έναν δικό του ρυθμό, με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο. Η σκηνή με το μανόμετρο να καταδύεται στο διαφανές υγρό, να σταματά και να στρέφεται ώστε να κοιτάζει προς τα κάτω και η φωνή της καθηγήτριας να λέει ότι «με τη στροφή δεν άλλαξε η ένδειξη του μανομέτρου», μολονότι άλλαξε η κατεύθυνση της πιεστικής δύναμης, είναι μια όψη της πραγματικότητας, ένα «τοπίο» το οποίο δύο διαφορετικοί ζωγράφοι, ακόμα και νατουραλιστές, θα το απέδιδαν με τρόπους διαφορετικούς. Έτσι λειτουργεί και η οπτική καθενός από τους εικοσιοκτώ μαθητές της. Και εκείνη επιχειρεί να συντονίσει τα εικοσιοκτώ διαφορετικά «μέσα Σύμπαντα», σε μια επιστημονική θεώρηση που να είναι κοινή για όλους.

Η αποκάλυψη του ανεξάντλητου των όψεων των πραγμάτων είναι ένα από τα μεγάλα προνόμια της Τέχνης και προκαλεί μία από τις μεγαλύτερες απολαύσεις που μπορεί να γευτεί ο άνθρωπος μέσα από αυτήν.  Επιστήμη, όμως, σημαίνει, πριν απ’ όλα αφαίρεση και αφαίρεση θα πει «απογύμνωση» μέχρις ότου «φανεί» η έννοια/μέγεθος πίεση και οι τιμές της. Είναι το βαρύ πρόστιμο του θριάμβου της επιστημονικής πρακτικής.

   Μάθημα υδροστατικής,  μ' εκείνη και τους εικοσιοκτώ καθισμένους σε θρανία της βήτα Γυμνασίου. Ανήκουν όλοι στο είδος άνθρωπος, το πλάσμα δηλαδή που ζει μέσα σε δύο διαφορετικούς ρυθμούς, αυτόν της καθημερινότητας και τον «άλλον» της  επιθυμίας για υπέρβαση. Καθώς τους μιλάει για τις τιμές της πίεσης και για την ισορροπία των υγρών σωμάτων ένα σωρό ιδέες/κοτσύφια φτερουγίζουν στο προσωπικό της μέσα Σύμπαν μαζί και κάποιοι στίχοι, που γράφει τα βράδια όταν μένει μόνη της, φτερουγίζουν κι εκείνοι. Θέλει πολύ να τους πει ότι Υδροστατική είναι λίμνη χωρίς κύκνους, βρόχινο νερό της δεξαμενής, ελαιόλαδο Καλαμών, καφεδάκι ελληνικό στο φλιτζάνι, αλλά δεν το λέει. Θά 'θελε  πολύ να τους πει ότι Υδροστατική είναι η θάλασσα του Αδάμαντα, σε μήνα Σεπτέμβριο, ακίνητη και άφωνη, μπροστά στα πόδια της Μήλου αλλά  κι αυτό το σπρώχνει στο υπόγειο. Όπως και το άλλο. Το είχε γράψει παλιότερα  και το διάβασε στον φίλο της τον μουσικό, χτες βράδυ. Υδροστατική είναι ένα δάκρυ που στέκεται σε μάγουλο αγοριού, λίγο πριν το σκουπίσει, γιατί τού ’χουνε πει ότι οι άντρες δεν κλαίνε. Αντί γι' αυτό συνεχίζει να τους μιλάει για την ισορροπία  των υγρών και να τους καθοδηγεί στα οπωσδήποτε δύσβατα μονοπάτια της επιστήμης. Οι εικοσιοκτώ την  παρακολουθούν, ή κάνουν πως την παρακολουθούν, χωρίς βέβαια να υποψιάζονται το έργο που παίζεται στην ενδοχώρα της «κυρίας».     

 

 

   Είναι δύο τα Σύμπαντα

         Είναι δύο τα Σύμπαντα. Το ένα είναι το ηλικίας δεκατριών κόμμα επτά δισεκατομμυρίων ετών στο οποίο συνήθως αναφερόμαστε. Υπάρχει ανεξάρτητα από μάς, είτε αδιαφορώντας είτε, σ’ ένα βαθμό, ενδιαφερόμενο για την παρουσία μας, αυτό δεν έχει σημασία. Το άλλο Σύμπαν, αδιάκοπα  οικοδομούμενο και ανακαινιζόμενο, βρίσκεται μέσα μας. είναι η εσωτερική μας αναπαράσταση του πρώτου, τέκνο μιας γόνιμης αλληλεπίδρασης μ' εκείνο, ένας αόρατος κόσμος που  παραμένει ολοζώντανος πίσω από τα παράθυρα των αισθητηρίων μας, τροφοδοτούμενος χωρίς κανένα ρυθμό από το «έξω».
       Είναι μελωδίες τραγουδιών και ψαρόνια του φθινόπωρου, μορφές παλιών συμμαθητών, άστρα, ελαιογραφίες, αριθμοί, μνήμες από εποχές στέρησης, βαμμένα κόκκινα αυγά, εικόνες με αόρατα πρωτόνια, γέφυρες Σηκουάνα, στίχοι από ποιήματα, η ματιά του Οδυσσέα Ανδρούτσου, πασχαλιές και μητρικά χάδια, κομμάτια ουρανού, σώματα ανθρώπων, αποτυπώσεις θερινής Αμοργού, οσμές νοτισμένου χώματος,  ευθείες και κύκλοι, ελλείψεις και ζιγκζάγκ, η γεύση του αμύγδαλου, η προσωπική μας  Αφρική, πεποιθήσεις ότι το έξω Σύμπαν υπακούει σε νόμους, νοησιακά σχήματα, φιλοσοφικές έννοιες, απογέματα που ζήσαμε κι έχουν τα λιγότερα διυλιστεί μέσα μας σ’ ένα πενιχρό απόσταγμα αναμνήσεων κι έχουν τα περισσότερα καθιζάνει στα αδιαφανή υπόγεια του συνειδέναι μας, το μέσα Σύμπαν είναι δημιούργημα μιας ολόκληρης ζωής. είναι η περιουσία μας.