Ανδρέας Ιωάννου Κασσέτας

Τα δέντρα που αγάπησε

 

η πέμπτη πεντάδα
 

 


το Σφεντάμι  η Κουμαριά    η Μυρτιά   η  Μανόλια     η Δάφνη

 

το Σφεντάμι
 

 

 


Η πανάρχαια λέξη σφένδαμνος, όταν μεγάλωσε, στον βυζαντινό δηλαδή μεσαίωνα, έγινε σφεντάμι . Είναι πολλοί που το λένε πλάτανο, βλέπεις τα φύλλο του πλατανόφυλλο θυμίζει.  Όταν  ανέκρινε μια συρταριέρα μαζί με μία ντουλάπα σχετικά με το ξύλο τους και οι δύο του ομολόγησαν ότι «τότε» πριν δηλαδή εμφανιστούν οι ξυλοκόποι ζούσαν σε σφεντάμι. Το ίδιο συνέβη και με το κομοδίνο, το ράφι του εκτυπωτή και με το έπιπλο του υπολογιστή, αλλά και με την ταστιέρα της κιθάρας του . Όλα ζούσαν με αναμνήσεις από την εποχή που ήταν κομμάτια σε κορμό από σφεντάμι

 Για μια από τις μεγαλύτερες, σε έκταση, χώρες του κόσμου, το δέντρο σφεντάμι – γι αυτούς maple - είναι σύμβολο και η χώρα είναι ο Καναδάς, στη σημαία του πρωταγωνιστής είναι το φύλλο . 

Το σφεντάμι που κυριαρχεί στη Μακεδονία λέγεται και ψευδοπλάτανος και το ξύλο της ρίζας του με ωραία νερά είναι περιζήτητο για μουσικά όργανα.

Στην ορεινή Κρήτη, σε βουνά της Ηπείρου, στον Παρνασσό και στον Όλυμπο, στην Ελάτη

στην Προσοτσάνη της Δράμας  ακόμα και στην Άνδρο τα σφεντάμια είναι ένα σωρό.

Image:Klevo vaisiai.jpeg
 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


Οι αγγγλόφωνοι το  λένε maple, για τους γερμανόφωνους είναι  για τους γαλλόφωνους   

Στη γλώσσα των βιολόγων το σφεντάμι είναι ένα πλάσμα με το όνομα Acer sempervirens

 

η Κουμαριά         

 

 

Κούμαρο μέλι
κι ο κότσυφας άπληστος
ο κερομύτης

Γιώργης Παυλόπουλος, χαικού.

 

Η Ελισάβετ, παιδί της Ραψάνης,  τις κουμαριές τις ήξερε απέξω και ανακατωτά, εκείνος, όμως, στα χρόνια της αθωότητας τα κόκκινα κούμαρα τα είχε δει και τα είχε δοκιμάσει αλλά δεν είχε ποτέ συναντήσει τα δέντρα. Μαζί τους γνωρίστηκε πολλά χρόνια μετά, σε μια από τις ελάχιστες αναρριχήσεις του στον  Όλυμπο, εκεί στα χαμηλά, μαζί με τα πρώτα πουρνάρια και τους κέδρους. Μια ακόμα συνάντηση έγινε και στον Παρνασσό, σε εποχή που τα κούμαρα έκαναν ακόμα πιο εμφανή την παρουσία της .  Και οι κουμαριές, μολονότι αειθαλείς, του άρεσαν. Πανάρχαιοι κάτοικοι στα «δικά του» πατρώα εδάφη, παλιάς Ελλάδας και Μικρασίας, οι κουμαριές είναι ντόπια χλωρίδα.              

Οι Άγγλοι τη λένε Strawberry Tree, οι Γερμανοί Der Westliche Erdbeerbaum,  οι Γάλλοι L'Arbousier

Στη γλώσσα των βιολόγων κυκλοφορεί ως Arbutus unedo

 

 

Image:Arbouses.jpg
 

 

 

 

 

 

 

 

η Μυρτιά
 

 


οι Τούρκοι τη λένε Mersin, οι Άγγλοι Μyrtle οι Γερμανοί λένε die Myrte,  οι Γάλλοι La  Myrte, 

σε γλώσσα Ελλήνων είναι σμυρτιά, μυρτιά και μυρσίνη και για τους βιολόγους είναι  Myrtus communis

 


Στα παραθύρια τα πλατιά
χαμογελούσε μια μυρτιά.
Κουράστηκα να περπατώ
και τη ρωτώ και τη ρωτώ.

Πες μου, μυρτιά, να σε χαρώ:
Πού θα βρω χώμα,

θα βρω χώμα και νερό
να ξαναχτίσω μια φωλιά
για της αγάπης τα πουλιά;

Στα παραθύρια τα πλατιά
είδα και δάκρυσε η μυρτιά

 

Νίκος  Γκάτσος

Ο Νίκος Γκάτσος δίδαξε ένα σωρό πράγματα τους νεοέλληνες. Η ροδιά η τετράκλωνη, το φλισκούνι,  η άγρια μέντα, το πρώτο κυκλάμινο, και η μυρτιά την οποία έβλεπε να δακρύζει ήταν ορισμένα μόνο από τα «θέματα της διδασκαλίας του». Η Μυρτιά τραγουδήθηκε πολύ,  ήταν βέβαια η «Μυρτιά του Θεοδωράκη» αλλά εκείνος ήξερε από τη θεια Μυρσίνη ότι ο Γκάτσος είναι ο μπαμπάς. Η θεία η Μυρσίνη, παιδί της Σμύρνης,  έλεγε το ρω με έναν τρόπο εντελώς γαλλικό και ο άλλος παππούς, μικρασιάτης κι αυτός, αλλά από την Προύσα, της καταλόγιζε έλλειψη λαϊκότητας. Ο εγγονός μεγάλωνε τραγουδώντας για μια μυρτιά να χαμογελάει σε παραθύρια και διαμόρφωνε αργά αλλά σταθερά την υβριδιακή του υπόσταση, αν ήταν αριθμός θα ήταν μιγαδικός με τη θεία Μυρσίνη να ευθύνεται για  το φανταστικό του μέρος και τον παππού για το πραγματικό του κομμάτι. Όλοι όμως οι μικρασιάτες τη μυρτιά τη λένε μυρσίνη, βλέπεις οι Τούρκοι τη λένε Mersin και το Μυρσίνη του άρεσε για όνομα της κόρης που θα έκανε στο μέλλον, καμία όμως  κόρη δεν έκανε,  μέχρι τώρα τουλάχιστον. Την αληθινή μυρτιά τη βρήκε επειδή την αναζήτησε, ο Νίκος Γκάτσος και η θεία η  Μυρσίνη υπεύθυνοι,  ήταν περίπου δέντρο, δηλαδή περσότερο θάμνος, και μάλιστα αειθαλής, με άρωμα σαγηνευτικό. Την πλησίασε και τελικά ομολόγησε ότι και στην εμφάνιση του άρεσε πολύ.  Ρωτώντας έμαθε ότι, όπως και η κουμαριά, είναι πανάρχαιος κάτοικος της δικής του γης,  άκουσε  για το αρωματικό έλαιο που βγάζουν τα φύλλα και πως  το όνομά της έχει σχέση με την ελληνική λέξη «μύρο». 

Πολλά χρόνια αργότερα είδε μία ξαφνικά μπροστά του στην Πλατεία Κλαυθμώνος και πολλές μυρτιές μαζί ανθισμένες στον εκπληκτικό Πευκιά Κορινθίας,  ανάμεσα σε πεύκα σε σχίνα και σε αλυγαριές .

Bild:Myrtus communis1.jpg
 

 

 

 

 

 

η Μανόλια
 


           

Να μου μιλάς τη γλώσσα

που μιλούν οι μανόλιες

Θανάσης Κωσταβάρας,

Άνθη θαλερά μέσα στον κήπο του έρωτα

 

Είχε δει το  «Ανθισμένες Μανόλιες» αλλά και το «Magnolia» του Paul Thomas Anderson,  είχε βρεθεί στο ήσυχο μαγαζάκι «Μανόλια» στον πεζόδρομο της Βέροιας, είχε συναντηθεί και με αληθινή Μανόλια κάποτε σε ταξίδι στην Πελοπόννησο,  αργότερα στο Φάληρο «Θησέως και Παραδείσου γωνία», τη δεύτερη φορά ήταν Ιούνιος και είχαν κάνει την εμφάνισή τους τα εκπληκτικά άνθη της, καθένα τους με οκτώ πελώρια λευκά πέταλα, αλλά μανόλιες πολλές, τη μία μετά την άλλη,  γνώρισε μόνο όταν βρέθηκε στη Βοστώνη και κατάλαβε ότι οι Magnolias είναι θεμελιακό στοιχείο της κουλτούρας των Αμερικανών. Εκεί στη Βοστώνη έμαθε και για τον Pierre Magnol τον Γάλλο βοτανολόγο του 17ου αιώνα μια αυθεντία της εποχής το όνομα του οποίου δόθηκε τελικά στο συγκεκριμένο αειθαλές που είχε «έλθει» στην Ευρώπη, από τη τόπο καταγωγής του, τη Μαρτινίκα της Καραϊβικής.   

 

 

 

 

 

 

 

 


οι  Άγγλοι τη λένε magnolia  οι Γερμανοί λένε Die Magnolien ,  οι Γάλλοι Le magnolia   

 

η Δάφνη
 


  

Το στεφάνι δάφνης και η λέξη « δαφνοστεφανωμένος » ήταν από τα πρώτα ακούσματά του και είχε σχέση με δόξα και με Έλληνες και Ρωμαίους νικητές .  Το Δάφνη ήταν και όνομα κοριτσιού , εκείνη συμμαθήτριά του. Είχε ακούσει και για τον δήμο Δάφνης αλλά και για τη Δάφνη της μυθολογίας που την ήθελε πολύ ο Απόλλων αλλά δεν έγινε τίποτα, αλλά τα πρώτα φύλλα δάφνης ήταν αυτά που είδε με τα μάτια του λίγο πριν τα βάλει η γιαγιά στην κατσαρόλα για να γίνει πιο νόστιμη  η φακή. Με την δάφνη/δέντρο γνωρίστηκε αρκετά νωρίς, κι όχι μόνο στον Εθνικό κήπο, αργότερα και στο προαύλιο της Ιονίου σχολής, η γιαγιά την έλεγε και Βάγια, και η Κυριακή των Βαίων είχε σχέση μαζί της. Όταν στάθηκε λίγο περισσότερο δίπλα της χωρίς να βιάζεται, θυμάται ότι του είχε κάνει εντύπωση το κορμί της, λείο και βαθυπράσινο,  τα φύλλα της χειμώνα καλοκαίρι τα ίδια αλλά εκείνη δεν έδειχνε να αδιαφορεί για τον Απρίλιο. Άνθιζε και έκανε την παρουσία της περισσότερο αισθητή.   

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Resim:Illustration Laurus nobilis0.jpg
 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


   οι  Άγγλοι τη λένε Laurel οι Γερμανοί  Laurel,  οι Γάλλοι Laurier  

σε γλώσσα βιολογίας κυκλοφορεί με το Laurus nobilis

 

 

 

Τα δέντρα που αγάπησε

 η έκτη πεντάδα

η Μηλιά,   η Πορτοκαλιά,  η Νεραντζιά,  η Μυγδαλιά,  η  Ροδακινιά